Μετά την πρώτη μας προσπάθεια με την δημοσίευση προ ολίγων ημερών συνεχίζουμε να ενημερώνουμε ορθολογικά με στιβαρή επιχειρηματολογία για τα φωτοβολταικά και τον συσχετισμό τους με το περιβάλλον. Δυο ακόμη μύθοι λοιπόν που διαδίδονται στη κοινή γνώμη ευτυχώς αφήνοντας την ακόμα ανεπηρέαστη για την επίδραση των φωτοβολταϊκών στο περιβάλλον.
Μύθος 3: «Καλά τα φωτοβολταϊκά, αλλά, όταν τα βάζουμε σε χωράφια, σκιάζουν τη φυσική βλάστηση με αποτέλεσμα να ευνοούνται φωτόφοβα είδη που απορροφούν λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα. Με αυτό τον τρόπο, τα φωτοβολταϊκά συμβάλλουν τελικά σημαντικά στις κλιματικές αλλαγές».
Ένα κιλοβάτ (kWp) φωτοβολταϊκών σκιάζει περίπου 6 m2 εδάφους (προβολή φωτοβολταϊκών στο οριζόντιο επίπεδο). Υποθέτουμε ότι η επιφάνεια αυτή δεν απορροφά πλέον καθόλου CO2 (πράγμα απίθανο, αλλά ας συνεχίσουμε με αυτή την ακραία υπόθεση).
Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, τα εδάφη με χαμηλή βλάστηση (τυπική περίπτωση φωτοβολταϊκών πάρκων) απορροφούν περί τα 0,045-1,23 Kg CO2/m2-έτος.
Δεδομένου ότι ένα φωτοβολταϊκό στην Ελλάδα παράγει κατά μέσο όρο 1.300 kWh/kWp-έτος, τα
παραπάνω νούμερα αντιστοιχούν σε 0,2-5,7 g CO2/kWh.
Με άλλα λόγια, ακόμη κι αν κάνουμε την παράλογη υπόθεση ότι το έδαφος κάτω από τα φωτοβολταϊκά παύει να απορροφά CO2, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των φωτοβολταϊκών επιβαρύνεται με μόλις 0,2-5,7 g CO2/kWh, ποσότητα αμελητέα συγκρινόμενη με τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα. Φυσικά, η αρχική υπόθεση που κάναμε δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και τα πράγματα είναι σημαντικά καλύτερα, αφού σε καμία περίπτωση δεν εμποδίζεται η ηλιακή ακτινοβολία από το να φτάσει στο έδαφος (ακόμη και κάτω από τα φωτοβολταϊκά τα οποία απέχουν από το έδαφος κατ’ ελάχιστον 60-80 cm).
Επειδή μία εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις, οι παρακάτω φωτογραφίες αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα ότι ούτε η δυνατότητα βλάστησης, ούτε το έδαφος, ούτε φυσικά η απορρόφηση CO2 επηρεάζονται ουσιαστικά από την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών, ανεξαρτήτως μεγέθους και ισχύος του σταθμού.
Για λόγους σύγκρισης, να σημειώσουμε επίσης πως, σήμερα, 230.000 στρέμματα στην Περιφέρεια Δ. Μακεδονίας καταλαμβάνονται από λιγνιτικούς σταθμούς και λιγνιτωρυχεία, τα οποία έχουν υποκαταστήσει αγροτικές, χορτολιβαδικές και δασικές εκτάσεις, μειώνοντας έτσι τη δυνατότητα απορρόφησης CO2 από τις εκτάσεις αυτές.
Μύθος 4: «Καλά τα φωτοβολταϊκά, αλλά προκαλούν αλλαγές στο ποσοστό ανάκλασης της προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο σημαντικά στις κλιματικές αλλαγές»
Η εγκατάσταση φωτοολταϊκών συνεπάγεται αλλαγές στο ποσοστό ανάκλασης της προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας, με άλλα λόγια αλλάζει η λευκαύγεια (albedo) του γηπέδου εγκατάστασης.
Όσο μειώνεται η λευκαύγεια (όσο πιο σκούρα είναι δηλαδή μια επιφάνεια), τόσο περισσότερη
ακτινοβολία παραμένει στην επιφάνεια και συνεπώς ενδυναμώνεται ο μηχανισμός που προκαλεί την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της Γης (temperature forcing). Στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών, ο μηχανισμός αυτός είναι κυρίως έμμεσος, αφού ένα μέρος της απορροφούμενης ακτινοβολίας μετατρέπεται σε ηλεκτρική ενέργεια και στη συνέχεια μεταφέρεται στην κατανάλωση όπου μετασχηματίζεται και πάλι εμμέσως σε θερμότητα μέσω των τελικών χρήσεων.
Τα πάντα βέβαια είναι θέμα μεγέθους και κλίμακας. Κατ’ αρχήν να σημειώσουμε ότι η διαφορά στη λευκαύγεια μεταξύ του εδάφους και των φωτοβολταϊκών δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη (η μέση
λευκαύγεια του εδάφους είναι 0,20, ενώ η λευκαύγεια των φωτοβολταϊκών είναι 0,037-0,14). Οι
διαφοροποιήσεις είναι συνεπώς οριακές. Δεύτερον, μιλάμε για αλλαγές σε σχετικά μικρές επιφάνειες, γεγονός που δεν μπορεί να επηρεάσει το κλίμα σε παγκόσμια κλίμακα.
Δεδομένου ότι η λευκαύγεια των φωτοβολταϊκών είναι παραπλήσια της λευκαύγειας της ασφάλτου (0,05-0,10), το αποτέλεσμα στην αύξηση της θερμοκρασίας από την εγκατάσταση ενός μεγαβάτ (MWp) φωτοβολταϊκών (σε ότι αφορά τις αλλαγές που σχετίζονται με τη λευκαύγεια και το temperature forcing) ισοδυναμεί με ένα αυτοκινητόδρομο μήκους 300 μέτρων. Ενώ όμως στον αυτοκινητόδρομο κινούνται οχήματα που εκλύουν αέρια του θερμοκηπίου και θερμότητα, κάθε μεγαβάτ φωτοβολταϊκών αποτρέπει ετησίως την έκλυση περίπου 1.300 τόνων CO2 (το ισοδύναμο 650 μέσων αυτοκινήτων), συμβάλλοντας σημαντικά στην αποτροπή των κλιματικών αλλαγών.
Μύθος 5: «Καλά τα φωτοβολταϊκά, αλλά στοιχεία από τα οποία αποτελούνται τα φωτοβολταϊκά πανέλα όπως το πυρίτιο, ο μόλυβδος των συγκολλήσεων, τα ίχνη βαρέων μετάλλων που υπάρχουν στους αντιστροφείς κ.α., είναι τοξικά και σε περίπτωση ατυχήματος, πυρκαγιάς, έντονων καιρικών φαινομένων, θραύσης, εγκατάλειψης για οποιοδήποτε λόγο, κ.λπ, θα υπάρξει μετά βεβαιότητος διασπορά βλαβερών στοιχείων στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα».
Το πυρίτιο, όχι μόνο δεν είναι τοξικό στο νερό, αλλά χρησιμοποιείται και για τον καθαρισμό του. Πέρα από τα αμμοδιυλιστήρια που είναι ευρέως γνωστά, οι πιο σύγχρονες τεχνικές απολύμανσης του νερού κάνουν χρήση μικροσωματιδίων διοξειδίου του πυριτίου πάνω στα οποία επικάθονται μικροοργανισμοί και τοξικές ουσίες που απομακρύνονται έτσι από το νερό. Κατ’ αυτό τον τρόπο μειώνεται η χρήση χημικών απολυμαντικών όπως το χλώριο. Το πυρίτιο αποτελεί επίσης βασικό συστατικό της ανθρώπινης διατροφής και βρίσκεται σε αφθονία στην μπύρα. Μεταξύ άλλων, ενισχύει τα οστά και δρα αποτρεπτικά στην εμφάνιση της νόσου Alzheimer, μειώνοντας τη δράση του αργιλίου που θεωρείται ότι συνεισφέρει στην πιθανότητα εμφάνισης της νόσου αυτής.
Τα εν δυνάμει βλαβερά ιχνοστοιχεία που περιέχονται στα φωτοβολταϊκά (π.χ. μόλυβδος) βρίσκονται σε μικρές ποσότητες (0,5-5 γραμμάρια ανά τετραγωνικό μέτρο πλαισίου), ενθυλακωμένα σε πολλαπλές στρώσεις προστατευτικών υλικών και δεν απελευθερώνονται υπό ομαλές συνθήκες στο περιβάλλον καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής και λειτουργίας ενός φωτοβολταϊκού συστήματος. Όταν παύσει η λειτουργία του φωτοβολταϊκού πάρκου, ο εξοπλισμός θα πάει για ανακύκλωση.
Τα φωτοβολταϊκά πλαίσια υφίστανται δοκιμές σε εξειδικευμένα εργαστήρια και πιστοποιούνται για αντοχή σε ακραίες συνθήκες, υψηλές ή πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, υψηλή υγρασία, χαλαζόπτωση, πιέσεις, ελκυσμούς και ταλαντώσεις. Δεν υπάρχει συνεπώς θέμα διαρροής οποιασδήποτε ουσίας λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων.
Δεν έχουν καταγραφεί πυρκαγιές σε φωτοβολταϊκά πάρκα και αρμόδιες πυροσβεστικές υπηρεσίες σε περιοχές με μεγάλη πυκνότητα φωτοβολταϊκών πάρκων θεωρούν το ενδεχόμενο αυτό εξαιρετικά απίθανο.
H πτώση κεραυνού μπορεί μεν να καταστρέψει κάποια πλαίσια και να τα καταστήσει μη λειτουργικά, δεν οδηγεί όμως σε εκδήλωση πυρκαγιάς.
Αν για οποιοδήποτε λόγο επέλθει θραύση του προστατευτικού γυαλιού (π.χ. από πυροβολισμό ή πτώση κεραυνού), λόγω των πολλαπλών προστατευτικών στρώσεων, δεν έχουμε αποκόλληση κομματιών γυαλιού ή ηλιακών στοιχείων.
Κωνσταντίνος Χ. Γκαράκης
Ενεργειακός Μηχανικός, MSc, MA, MBA
Επισκέπτης καθηγητής Τμήματος Μηχανικών Πανεπιστημίου Δυτ. Αττικής