Αυτό που μπορεί να καταλάβει εύκολα κανείς μετά τις τελευταίες αποφάσεις που αφορούν στη γέφυρα των Σερβίων, είναι ότι ο κρατικός μηχανισμός είναι πιο σκουριασμένος απ’ αυτή.
Αναθεωρούν μελέτες, αφού επί τρία και πλέον χρόνια καθησύχαζαν τον κόσμο.
Πρότειναν «λύση» σε λιγότερο από δύο μήνες και μόλις δυο ημέρες μετά, πριν αλέκτορα φωνήσαι, εισηγούνται την κήρυξη της περιοχής σε καθεστώς «επαπειλούμενης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης».
Εντωμεταξύ, στον δρόμο από Κοζάνη για Λάρισα, υπήρχε απαγορευτική πινακίδα διέλευσης από την Τροχαία, ακόμη και μετά την ανακοίνωση των μέτρων στη γέφυρα!
Καθυστερήσαμε τόσα χρόνια μόνο και μόνο για να καταλάβουμε ότι το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο. Δε γίνονταν -λέει- μέχρι τώρα «καταστροφικοί έλεγχοι» (sic), οι οποίοι και ανέδειξαν το πρόβλημα.
Και γιατί δε γίνονταν παρακαλώ;
Τους «αδειάζει» με προχθεσινή του δήλωση ο ίδιος ο καθηγητής κ. Μητούλης που έκανε την πρώτη οπτική επιθεώρηση το 2020: «Μέσα σ’ αυτά τα τρία χρόνια θα μπορούσε να είχε γίνει πλήρως η ενίσχυση της γέφυρας»!
Επιμένουν όμως απτόητοι με ευφάνταστους επικοινωνιακούς αυτοσχεδιασμούς: «Το πρόβλημα είναι σοβαρό, όχι για να πέσει η γέφυρα, αλλά σοβαρό», είπε ο κύριος Μακρυγιάννης. Μόλις την ίδια μέρα ο κ. περιφερειάρχης εισηγείται κατάσταση εκτάκτου ανάγκης επαπειλούμενων καταστροφών. Συνεννοούνται μεταξύ τους; Ο ένας αναιρεί τον άλλον.
Θα δώσει την ίδια απάντηση ο κ. Μακρυγιάννης στην Αστυνομική Διεύθυνση Κοζάνης που παρέλαβε την κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Κοζάνης για τη γέφυρα Σερβίων;
Αν ένα πρόβλημα είναι σοβαρό, δεν αντιμετωπίζεται σε δύο μήνες με 152.000 ευρώ. Αν πάλι, αντιμετωπίζεται σε δύο μήνες με 152.000 ευρώ, τότε δεν είναι σοβαρό. Δε χρειάζεται να είναι κανείς μηχανικός, ώστε να γνωρίζει μία βασική ιδιότητα της ρωγμής: μεγαλώνει, αλλά δε μικραίνει.
Κανείς από αυτούς δε φαίνεται να έχει καταλάβει ποιο είναι το πρόβλημα. Εστιάζουν στα διερχόμενα αυτοκίνητα και στην καταπόνηση που δέχεται η γέφυρα από αυτά, αλλά όχι σε ένα καταστροφικό έκτακτο γεγονός ή στην πιθανή φθορά ανεξάρτητα από τη χρήση. Το ζήτημα δεν είναι μόνο πόσα αυτοκίνητα αντέχει η γέφυρα με στατιστικά προβλεπόμενη ροή, το ζήτημα είναι τί σεισμό αντέχει, που ακόμη κι αν δεν τη ρίξει, μπορεί να προκαλέσει τέτοια βλάβη που θα επιβάλει ξαφνική γενική διακοπή λειτουργίας, έστω και για προληπτικούς λόγους. Θα ξεκινήσουν και πάλι από το μηδέν, έχοντας κάνει μια τρύπα στο νερό.
Καλά κάνουν και ανησυχούν τώρα πριν τις εργασίες συντήρησης, αλλά καλύτερα θα κάνουν να ανησυχούν και μετά από αυτές. Διότι αν ο μη γένοιτο συμβεί το κακό, αφού ολοκληρώσουν το έργο με μέτρα προϋπολογισμού επιπέδου «εξοικονομώ κατ’οίκον» και πανηγυρίζουν κατόπιν πόσο ασφαλές το παρέδωσαν, τότε είναι που θα ανοίξουν γι’ αυτούς οι πύλες της κολάσεως.
Όταν άκουσα για τα χουβαρτναλίκια των 152.000 ευρώ, πραγματικά αναρωτήθηκα, αν αυτή η λύση που επιλέχτηκε ήταν η μόνη ή αν υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές, οι οποίες όμως απορρίφθηκαν για λόγους κόστους. Θα ήθελα να γνωρίζω, πόσο κοστολογούν τελικά την ασφάλειά μας. Σε κράτος που σέβεται τον εαυτό του, έργα ασφαλείας δε γίνονται με εκπτωτικές προσφορές. Μην έχετε όμως αυταπάτες. Και αυτή τη «λύση» θα την αναθεωρήσουν.
Η ασάφεια όμως, οι συνεχείς αναθεωρήσεις και παλινδρομήσεις, η έλλειψη ξεκάθαρου χρονοδιαγράμματος, οι αποσπασματικές «λύσεις», το κακό προηγούμενο πλημμελούς επιτήρησης της γέφυρας, αυξάνουν μόνο την έλλειψη εμπιστοσύνης.
Μία επικίνδυνη γέφυρα σημαίνει και επικίνδυνη περιοχή και δε γουστάρω να θεωρείται η ιδιαίτερη Πατρίδα μου επικίνδυνη.
Η απόφαση για κήρυξη της περιοχής των τριών δήμων σε καθεστώς επαπειλούμενης κατάστασης δημιουργεί νέα δεδομένα.
Σαφώς το ζήτημα της γέφυρας αναβαθμίζεται σε πρόβλημα κεντρικής διοίκησης και αυστηρής, πλέον, παρακολούθησης, το οποίο οφείλει να αντιμετωπιστεί με την ανάλογη σοβαρότητα και όχι με αμφιβόλου αξίας συμβάσεις με επιδερμικές μεθόδους.
Δυστυχως, τα θέματα ασφαλείας στην Ελλάδα θεωρούνται ταμπού. Έχω ακούσει από το: «μην πανικοβληθεί ο κόσμος», μέχρι και και το: «μη δυσφημίσουμε την περιοχή». Η κορυφαία βέβαια στιγμή κυνισμού και παρακμής της πολιτικής ήταν όταν ο παραιτηθέντας πρώην υπουργός μεταφορών κύριος Καραμανλής είπε στη Βουλή: «θα έπρεπε να ντρέπεστε που θίγετε θέματα ασφαλείας». Τίποτα δε βρίσκεται πάνω από την ανθρώπινη ζωή. Οφείλει να είναι ο κεντρικός πυρήνας κάθε συζήτησης. Ωστόσο, οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη μας όλες τις παραμέτρους.
Υπάρχει ένα σοβαρό μειονέκτημα που ίσως διαφεύγει της προσοχής: Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης παγώνει κάθε επικείμενη και σχεδιαζόμενη στρατηγική επένδυση, καθώς κανείς σώφρων στρατηγικός επενδυτής δε θα ήθελε να εμπλακεί σε μια ζώνη επισφάλειας επενδύσεων και περιοχή ιδιαίτερου οικονομικού ρίσκου. Επιπλέον, αναστέλλει τις επενδύσεις μικρότερων επιχειρήσεων, λόγω παρατεταμένης ανασφάλειας στην εφοδιαστική τους αλυσίδα, μέχρι την πλήρη αποκατάσταση της κανονικότητας. Κι ενώ οι δεύτεροι «μπορούν» να περιμένουν, οι πρώτοι, όχι!
Αυτό όμως σημαίνει, ότι ο χρόνος τώρα θα αρχίσει να πιέζει ασφυκτικά και ο Δήμος Σερβίων θα είναι πια άγονη γραμμή με κίνδυνο να καταντήσει «μαύρη τρύπα», εφόσον η λύση αποδειχθεί χρονοβόρα. Η κάθε Φερέϊρα θα τους πει, εγώ οφείλω να ενημερώσω κάθε ενδιαφερόμενο και δε μπορώ να προωθήσω επενδυτικά προγράμματα, όσο η περιοχή σας είναι σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Και δε νομίζω ότι οι Ευρωπαίοι θα πεισθούν με μπαλώματα της πλάκας που μοιάζουν με καθρεφτάκια σε ιθαγενείς.
Αυτό που δεν κατάλαβε μάλλον ο κ. Κασαπίδης είναι, ότι ναι μεν μπορεί να εισηγηθεί την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, δε μπορεί όμως να την άρει. Το κουμπί της έναρξης είναι δικό του, αλλά αυτό της λήξης, αλλουνού!
Συνεπώς, ο κύριος Κασαπίδης, προφανώς για να καλύψει τα νώτα του, έλαβε μεν μία απόφαση με γνώμονα την ασφάλεια, αν και ιδιαιτέρως και αδικαιολογήτως καθυστερημένα, αλλά δε νομίζω, ότι έχει καταλάβει ακόμα ότι τα νώτα του συνεχίζουν και είναι εκτεθειμένα, διότι έβαλε τη δαμόκλειο σπάθη του χρόνου πάνω από το κεφάλι του και η γέφυρα τελικά θα απαιτήσει εκτός από χρήμα και χρόνο, για τον οποίον περισσότερο από ποτέ θα είναι τώρα υπόλογος.
Δε θα χρειαζόταν να φτάσουμε ως εδώ, αν λειτουργούσε με συνέπεια εγκαίρως. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
Ο επαγγελματικός κόσμος θα δυσφορήσει και θα ξέρει σε ποιον να χρεώσει τη μαρμάγκα που θα τον τρώει. Παρατεταμένη περίοδος εκτάκτου ανάγκης σε περιοχή ενδεχόμενου κινδύνου, σε περιοχή δηλαδή στην οποία δεν έχει επέλθει ακόμη ο κίνδυνος, αλλά παραμένει δυνητικός, σημαίνει παρατεταμένη οικονομική ομηρία. Μάλλον είναι σίγουρος, ότι τώρα θα παραδώσει βιώσιμη και μόνιμη λύση στους επόμενους μήνες.
Θα έλεγα ότι οι παλινωδίες αυτές από το 2020 μέχρι σήμερα, καθόλη τη διάρκεια των εφησυχασμών και πλημμελούς παρακολούθησης της γέφυρας (όπως εκ των πραγμάτων αποδείχθηκε), μου θυμίζουν τον αείμνηστο Θανάση Βέγγο στην ταινία «Θου-Βου φαλακρός πράκτωρ, επιχείρησις γης μαδιάμ», όπου κάποιοι τον γύριζαν ταινία χωρίς να το γνωρίζει κι έσκαγαν στα γέλια πίσω από την πλάτη του.
Τους είπαν ότι η γέφυρα είναι στην ευθύνη της περιφέρειας και να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους, τους παρέδωσαν μια καυτή πατάτα, τους άφησαν να δουν μέχρι πού μπορούν να πάνε και μετά από τέσσερα σχεδόν χρόνια, αυτό που τελικά κατάφεραν είναι να επιστρέψουν εκεί από όπου ξεκίνησαν, όπως ο Βέγγος που «έφθασε» στη Θεσσαλονίκη, αλλά αντί για τον Λευκό Πύργο είδε την Ακρόπολη.
Πήγαιναν απλώς κι όπου βγει.
Όσο για τον υφυπουργό υποδομών και μεταφορών κύριο Μιχάλη Παπαδόπουλο έχει βγει silver alert. Πριν το δυστύχημα των Τεμπών εθεάθη για τελευταία φορά σε σουαρέ κοπής πίτας, κατά την προσφιλή του συνήθεια. Την ημέρα της εξαφάνισης φορούσε κοστούμι, γραβάτα και κρατούσε ένα φλουρί. Όποιος τον δει, παρακαλείται να επικοινωνήσει με το 1065.
Ανδρέας Τσιφτσιάν
Οικονομολόγος