Η ομιλία του Βουλευτή Π.Ε Κοζάνης Στάθη Κωνσταντινίδη στην Ολομέλεια της Βουλής για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τις παρακολουθήσεις τηλεφωνικών επικοινωνιών
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Υφυπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η ιδιαιτερότητα της εξεταζόμενης υπόθεσης, διαστάσεις της οποίας εμπίπτουν πιθανότατα σε πεδία με ευαίσθητες και διαβαθμισμένες πληροφορίες, επιβάλλει την επίδειξη από όλους μας της μέγιστης σοβαρότητας και υπευθυνότητας. Δυστυχώς όμως, για μια ακόμα φορά, δεν βλέπουμε από την αντιπολίτευση την ψύχραιμη και απροκατάληπτη προσέγγιση που αρμόζει στις περιστάσεις.
Και το λέω αυτό διότι κάποια κόμματα, ενώ δήθεν κόπτονται για τη θεσμικότητα και τη νομιμότητα, την ίδια ώρα προκαλούν ωμά για την παραβίασή τους. Γιατί πρακτικά αυτό που ζητάτε, κυρίες και κύριοι του ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ, να δημοσιοποιηθούν δηλαδή απόρρητα στοιχεία, είναι άτοπο, ανεδαφικό και παράνομο.
Έχουν ακουστεί πολλά σε αυτήν τη διαδικασία. Επιτρέπεται η επισύνδεση; Δεν επιτρέπεται; Σε βάρος Βουλευτών; Ας δούμε όμως τελικά τι λέει ο νόμος. Να τα κάνουμε λιανά, να τα καταλάβει και ο κόσμος. Πρώτα από όλα, ποια στοιχεία προϋποθέτει η διάταξη του ν. 2225/1994 για την άρση του απορρήτου για εθνικούς λόγους; Το όργανο που τη διατάσσει, τη δημόσια αρχή που τη ζητάει, τον σκοπό, τα μέσα επικοινωνίας στα οποία επιβάλλεται, τον χώρο και τη διάρκεια εφαρμογής της και τον χρόνο που αυτή αποφασίζεται.
Τι δεν περιέχει, σε αντίθεση με τη διάταξη για την άρση των κοινών ποινικών εγκλημάτων; Ονόματα και αιτιολογία. Πώς, συνεπώς, ζητάτε να αναφερθούν στοιχεία τα οποία δεν προβλέπονται από τον νόμο;
Όμως γιατί δεν γίνονται γνωστά, θα διερωτηθεί κάποιος; Μήπως τα αφαίρεσε από τον νόμο η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας; Όχι βέβαια. Τόσο στην αρχική του μορφή, του 1994, όσο και στις τέσσερις τροποποιήσεις που ακολούθησαν στο άρθρο 5, το 2003, το 2007, το 2016 και το 2021, τα στοιχεία της εισαγγελικής διάταξης για εθνικούς λόγους για την άρση του απορρήτου, για εθνικούς λόγους, για λόγους ασφαλείας, έμειναν τα ίδια κι απαράλλαχτα.
Θέλατε να περιλαμβάνει ονόματα, κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί δεν το προβλέψατε; Θέλατε ειδική αιτιολόγηση, κυρίες και κύριοι του ΚΙΝΑΛ; Γιατί δεν την επιβάλατε; Θέλατε πρόσθετες εγγυήσεις ή μήπως και γνωστοποίηση της πηγής; Γιατί δεν την καθιερώσατε;
Ξέρετε όμως γιατί ο νομοθέτης δεν διανοήθηκε ποτέ να συμπεριλάβει στον νόμο -και ορθώς- τέτοια στοιχεία; Διότι θα προσέκρουαν στην απόρρητη και επείγουσα διαδικασία. Διότι ο νόμος και η πραγματικότητα επιβάλλουν έγκριση εντός εικοσιτετραώρου. Μιλάμε για εθνική ασφάλεια, για διεθνή τρομοκρατία, για υβριδικές απειλές, για κυβερνοεπιθέσεις, καταστάσεις που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης.
«Εντάξει, αλλά και κατά Βουλευτών;» διερωτήθηκαν κάποιοι. Ναι, γιατί το Σύνταγμα και ο νόμος δεν μας εξαιρούν ρητά, όπως θα απαιτούσε μια τέτοια διάκριση, κι αν ακόμα αυτή θα μπορούσε να γίνει ανεκτή.
Και μετά, ποιος το λέει ότι τα πολιτικά και πολιτειακά ακόμα πρόσωπα δεν μπορούν να εμπλακούν σε πράξεις κατά της εθνικής ασφάλειας, εν γνώσει ή εν αγνοία τους; Το αντίθετο μάλιστα. Δείτε το άρθρο 49 του Συντάγματος, που αναφέρεται στο έγκλημα της εσχάτης προδοσίας από Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Εκεί ακριβώς, όμως, έγκειται η ανάγκη για πρόσθετες δικλείδες και εχέγγυα, τα οποία ζήτησε ο κύριος Πρωθυπουργός, προκειμένου ακριβώς να αποφευχθεί κάθε κίνδυνος κατάχρησης αλλά και να προστατευθεί το κύρος και η αξιοπιστία της Εθνικής Υπηρεσίας.
Όμως, ξέρετε κάτι; Απόλυτη προστασία της επικοινωνίας των Βουλευτών δεν νοείται και για έναν άλλο πολύ απλό λόγο: Διότι οι επικοινωνίες προϋποθέτουν δύο, και μπορεί μεν να προστατεύεται το δικό μου το τηλέφωνο αλλά δεν προστατεύεται το τηλέφωνο του συνομιλητή μου. Ουσιαστικά λοιπόν οδηγείται σε άτοπο αυτή η πρόβλεψη.
Για να επιστρέψουμε όμως στον νόμο και στις αιτιάσεις που έχουν ακουστεί, λέει πουθενά αυτός ότι στη διαδικασία άρσης λαμβάνει γνώση των στοιχείων του ελέγχου κάποιο πολιτικό πρόσωπο; Είτε η υπηρεσία υπάγεται στον υπουργό είτε υπάγεται στον πρωθυπουργό; Και πάλι η απάντηση είναι «όχι». Συνεπώς, πώς αξιώνετε να γνωρίζει ο σημερινός Πρωθυπουργός; Ξέρετε κάτι που δεν ξέρουμε; Όχι. Υποθέτετε, αυθαιρετείτε.
Αλλά να προσχωρήσω. Κι αν ακόμα υποτεθεί ότι μια τέτοια υπόθεση είχε τεθεί υπόψη ενός πολιτικού προσώπου, θα είχε αυτός το δικαίωμα να αποκαλύψει ή να δημοσιοποιήσει τα στοιχεία της; Εδώ η απάντηση είναι ακόμα πιο κατηγορηματική, δύο φορές «όχι». Θα διέπραττε βαρύτατο πλημμέλημα ή και κακούργημα.
Στην πράξη αυτό ζητάτε. Το κάνετε όμως εκ του πονηρού και εκ του ασφαλούς. Ξέρετε ότι αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν για λόγους πραγματικούς, αντικειμενικούς και νομικούς και γι’ αυτό τα «ξεφουρνίζετε» με περισσή ευκολία. Διότι στην πραγματικότητα δεν αναζητάτε απαντήσεις, κυρίες και κύριοι του ΚΙΝΑΛ. Νομίζετε ότι βρήκατε την πηγή για πολιτικά οφέλη και το κάνετε α λα ΣΥΡΙΖΑ. Αισθάνεστε, φαίνεται, ότι για να τους ανταγωνιστείτε πρέπει να τους αντιγράψετε. Να ξέρετε όμως ότι ο κόσμος, και σε αυτές τις περιπτώσεις, προτιμά το πρωτότυπο από το αντίγραφο.
Εμείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν θέλουμε «να ελέγξουμε τους αρμούς της εξουσίας». Δεν νιώθουμε την ανάγκη «να τελειώσουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους». Δεν κατασκευάζουμε ενοχοποιητικά στοιχεία. Δεν πιστεύουμε ότι «δεν αρκεί η απλή εναλλαγή στην εξουσία».
Παρά την κακοπιστία που έχει επιδειχθεί, προσερχόμαστε με αληθή διάθεση για τη διερεύνηση των αιτιών και την αναζήτηση των θεσμικών κενών αλλά και με προτάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας, ταυτόχρονα με τη θωράκιση του κράτους δικαίου.
Δεν μπορούμε, όμως, φυσικά να υπερψηφίσουμε «το κατηγορητήριο αντί αιτήματος» που καταθέσατε για τη διενέργεια εξεταστικής επιτροπής. Να ξέρετε πάντως, ότι η προσπάθεια υπερδιόγκωσης αυτής της υπόθεσης, όχι μόνο αφήνει ασυγκίνητους τους συμπολίτες μας, αλλά δεν ωφελεί και τη χώρα σε μια περίοδο που βρίσκεται αντιμέτωπη με πολλές και ποικίλες προκλήσεις.
Τούτη την ώρα, η Ελλάδα χρειάζεται ασφάλεια και σταθερότητα. Όποιος ελπίζει για το αντίθετο ματαιοπονεί. Η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη εγγυάται και τα δύο.
Ευχαριστώ πολύ.