Mια 19χρονη φοιτήτρια στην Κάλυμνο πήγε να καταγγείλει τον φερόμενο ως βιαστή της αλλά οι αστυνομικοί του τοπικού τμήματος την απέτρεψαν, σύμφωνα με την καταγγελία, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να αναγκαστεί να φύγει από το νησί για να καταθέσει μήνυση στο τμήμα Περιστερίου.
Μάλιστα, πληροφορίες που επικαλείται το protothema.gr, η νεαρή κατέληξε άγρια ξυλοκοπημένη από την αδερφή του κατηγορούμενου και πλέον είναι κρατούμενη για «συκοφαντική δυσφήμιση» μετά από μήνυση σε βάρος της από την αδερφή του φερόμενου δράστη.
Πιο συγκεκριμένα, προχθές, η αδερφή του ατόμου που καταγγέλλει ως βιαστή της, όπως αναφέρει, της επιτέθηκε και την έσερνε από τα μαλλιά μέσα στη μέση του δρόμου. Σε κατάσταση σοκ, η 19χρονη, πήρε τη δικηγόρο της, Σταματία Μάρκου και κλαίγοντας της έλεγε πως «δεν αντέχω άλλο θα αυτοκτονήσω» με την ίδια να την προτρέπει να της κάνει μήνυση. Κάτι που έκανε. Όμως και πάλι, σύμφωνα με την κα Μάρκου της έλεγαν να κάνει συστάσεις.
Τελικά, η νεαρή κατέθεσε μήνυση για σωματικές βλάβες. Η γυναίκα συνελήφθη και βγαίνοντας από το αυτόφωρο, μετέβη στο τμήμα καταθέτοντας μήνυση εναντίον της 19χρονης φοιτήτριας για συκοφαντική δυσφήμιση με αποτέλεσμα το βράδυ της Πέμπτης και ενώ βρισκόταν έξω, να η φοιτήτρια συνελήφθη.
Η νεαρή είναι σε άθλια ψυχολογική κατάσταση καθώς όπως λέει αισθάνεται απροστάτευτη ακόμα και μέσα στα κρατητήρια, με τη μητέρα της μέσα από το τμήμα Καλύμνου.
«Το παιδί μου βιάστηκε, κακοποιήθηκε και κατέληξε να έχει συλληφθεί και οδηγηθεί στα κρατητήρια της αστυνομίας. Αισθάνομαι απροστάτευτη τόσο εγώ όσο και η κόρη μου. Δεν υπάρχει κανένας να μας προστατεύσει. Το παιδί μου ακόμα και μέσα εκεί, κινδυνεύει».
Η συνήγορος της κοπέλας, κα Μάρκου κάνει λόγο για μια υπόθεση που ξυπνά μνήμες της άτυχης Ελένης Τοπαλούδη ζητώντας από τις αρμόδιες αρχές να προστατεύσουν την κοπέλα.
«Δεν είναι δυνατόν, μία κοπέλα 19 ετών που βρήκε το θάρρος να καταγγείλει τον δράστη, να συλληφθεί σε δημόσια θέα και επειδή η αδελφή του μηνυόμενου και φερόμενου ως βιαστή, υπέβαλλε σε βάρος της έγκληση για δήθεν τελεσθέντα από την φοιτήτρια αδικήματα της “εξύβρισης και συκοφαντικής δυσφήμισης της” […] Είμαστε όλοι μαζί με την φοιτήτρια, δεν θέλουμε να ζήσουμε εκ νέου αυτά που βίωσε η ψυχή της Ελένης Τοπαλούδη», σημειώνει μεταξύ άλλων η δικηγόρος.
Η κοπέλα διανυκτέρευσε στα κρατητήρια του τοπικού τμήματος και σήμερα το πρωί, επιβιβάστηκε στο πλοίο της γραμμής και μετεφέρθη στα δικαστήρια της Κω.
Η καταγγελία
«Την 14/04/2022 και ώρα περίπου 1 π.μ. ξεκινήσαμε με φίλη μου την οποία φιλοξενούσα, χαλαρά για ποτό σε μαγαζί cafe-bar. Στη συνέχεια και μετά από συνεννόηση ήρθαν στην παρέα μας δύο φίλοι και συμφοιτητές μου. Εκεί βρισκόταν ήδη και ο πρώην σύντροφός/φίλος μου (σ.σ αναφέρεται στο όνομα) με τον οποίο είχα σχέση από τον Οκτώβριο μέχρι τον Δεκέμβριο 2021, με άλλη δική του παρέα. Αργότερα, ήρθαν στο μαγαζί κι άλλα άτομα της στενής μου παρέας μεταξύ αυτών κι ο νυν σύντροφος μου, με τον οποίο ήρθαμε σε μικρή αντιπαράθεση, η οποία πιθανόν να έγινε αντιληπτή από τον πρώην σύντροφο μου και αμέσως μετά αποχώρησε με την υπόλοιπη παρέα.
Έτσι μείναμε στο τραπέζι τα αρχικά τέσσερα άτομα. Λίγο μετά, περίπου στις 4 π.μ., η φίλη μου με ένα από τα άτομα της παρέας απομακρύνθηκαν, με αποτέλεσμα να μείνω εγώ με τον φίλο μου (σ.σ αναφέρεται στο όνομα). Στην διάρκεια αυτής της ώρας, ο (σ.σ αναφέρεται στο όνομα) άρχισε να με προσεγγίζει χορευτικά και εγώ διακριτικά τον απέφευγα. Κάποια στιγμή, με πλησίασε και πάλι και μου ζήτησε να βγούμε έξω για να μου μιλήσει.
Εγώ αρχικά αρνήθηκα λέγοντας του πως δεν είχα κάτι να συζητήσω μαζί του. Μετά από επιμονή του δέχτηκα και τον ακολούθησα έξω, ζητώντας από τον (σ.σ αναφέρεται στο όνομα)να με καλέσει στο κινητό αν καθυστερήσω περισσότερο από πέντε λεπτά. Μόλις βγήκαμε από το μαγαζί ο(σ.σ αναφέρεται στο όνομα) κατηγορούμενος με τράβηξε με δύναμη ακριβώς απέναντι σε ένα σκοτεινό σοκάκι όπου με ακινητοποίησε (σ.σ. από αυτό το σημείο και μετά η κοπέλα ξεκινάει να περιγράφει όλα όσα φριχτά υπέστη).
Ενώ το τηλέφωνο μου χτυπούσε συνεχώς, αυτός συνέχισε, χωρίς να πτοείται, παρότι όταν το δικό του τηλέφωνο χτύπησε και είδε ότι τον καλεί ο φίλος του, με τον οποίο βρισκόταν μαζί στο μαγαζί. Τότε, χωρίς να το σηκώσει σταμάτησε και έτσι μπόρεσα να φύγω, ενώ εκείνος παρέμεινε στο σημείο. Εκείνη την στιγμή, έξω από το μαγαζί βρίσκονταν τα τρία άτομα της παρέας μου, που με αναζητούσαν, καθώς και ο προαναφερόμενος φίλος του. Αμέσως ζήτησα από την φίλη μου να φύγουμε, φανερά αναστατωμένη και τρομαγμένη και τότε ο φίλος του μου είπε “Συγγνώμη”, δείχνοντας σαν να γνώριζε ήδη τι είχε συμβεί. Εκ των υστέρων υποψιάστηκα πως πιθανόν να ήταν προσυνενοημένο ή ίσως με την μορφή στοιχήματος».
Την απέτρεπαν να καταγγείλει
«Στον δρόμο προς το σπίτι κλαίγοντας και με πολύ έντονη αναστάτωση εξήγησα στη φίλη μου τι είχε συμβεί. Φτάνοντας στο δωμάτιο μου κάλεσα τον σύντροφό μου, ο οποίος και ήρθε αμέσως. Τότε τον ενημέρωσα και δέχτηκα την συμπαράσταση του. Αργότερα, γύρω στις 11 π.μ., έχοντας ανάγκη να διώξω από πάνω μου την «βρωμιά» και με την παρότρυνση των φίλων μου για να χαλαρώσω, έκανα ένα μπάνιο. Αφού ετοιμάστηκα και με τη συνοδεία της φίλης μου πήγα στο αστυνομικό τμήμα της Καλύμνου κατά την 1 μ.μ., με σκοπό να καταγγείλω το γεγονός.
Εκεί μίλησα στον αξιωματικό υπηρεσίας, ο οποίος αρχικά ήταν απόλυτος και κάθετος στο ότι τέτοιου είδους περιστατικά δεν πρέπει να μένουνατιμώρητα, αλλά όταν κατά την διάρκεια της περιγραφής μου του ανέφερα το ονοματεπώνυμο του δράστη, εκείνος άλλαξε στάση, παροτρύνοντας με να μη προβώ σε περαιτέρω ενέργειες, με πρόφαση ότι είμαι μόλις 19 ετών και που να μπλέκω με αστυνομίες καθώς μου είπε ότι “θα ισχυριστούμε πως ο (σ.σ αναφέρεται στο όνομα)ήταν μεθυσμένος και δεν ήξερε τι έκανε”.
Πριν φύγω με καθοδήγησε να στείλω στον (σ.σ αναφέρεται στο όνομα)ένα μήνυμα στο οποίο να τον ενημερώνω για την αναφορά του γεγονότος στην αστυνομία και να τον προειδοποιώ να μην με ξαναπλησιάσει γιατί την επόμενη φορά θα τον καταγγείλω. Βγαίνοντας από το τμήμα, όπου με περίμενε η φίλη μου ξεκινήσαμε να περπατάμε και περίπου στα 200 μέτρα με σταμάτησε ο συγκεκριμένος αστυνομικός με το αυτοκίνητο και μου ζήτησε τα στοιχεία μου, αφού δεν τα είχε καταγράψει.
Στη 1 και 58 μ.μ. με κάλεσε ο ίδιος αστυνομικός από άγνωστο σε εμένα αριθμό κινητού τηλεφώνου και μου ζήτησε το τηλέφωνο του (σ.σ αναφέρεται στο όνομα), με σκοπό να τον καλέσουν, το οποίο και έδωσα. Μέχρι τότε δεν γνώριζα τις προβλεπόμενες διαδικασίες, λόγω του νεαρού της ηλικίας μου. Στις 2 και 46 μ.μ., με κάλεσαν από το αστυνομικό παρουσία του(σ.σ αναφέρεται στο όνομα), του οποίου αναγνώρισα τη φωνή, και με ενημέρωσαν πως εκείνος ισχυρίζεται πως η πράξη έγινε με τη συναίνεσή μου καθώς ήταν νηφάλιος και ήξερε τι έκανε. Όταν εγώ είπα ότι δεν έγιναν έτσι τα πράγματα τον άκουσα από το τηλέφωνο να γελάει. Εκείνη τη στιγμή μου ζήτησε να πάω από εκεί αλλά όπως του εξήγησα ήμουν στη μέση διαδικτυακού μαθήματος μείζονος σημασίας.
Τότε, ο αστυνομικός με ρώτησε τι είχα σκοπό να κάνω και αφού του είπα πως εκείνος με απέτρεψε από το να προβώ σε όποια διαδικασία, με ενημέρωσε πως δεν ήταν ο αρχικός αστυνομικός και πως είχε αναλάβει την υπόθεση αφού όπως είπε χαρακτηριστικά “Γνωρίζω προσωπικά τον κύριο(σ.σ αναφέρεται στο όνομα)” και μου είπε πως όταν αποφάσιζα με ποιόν τρόπο θα κινηθώ να τους ενημερώσω. Έχοντας εισπράξει απογοήτευση από τις αρχές αποφάσισα να ενημερώσω πρώτα την μητέρα μου, την οποία εμπιστευόμουν».
Η μεταφορά στην Αθήνα
«Το βράδυ τις ίδιας ημέρας, στις 9 μ.μ. περίπου, έφυγα για τη προγραμματισμένη επιστροφή μου στην Αθήνα με αφορμή τις διακοπές του Πάσχα. Μέσα από το πλοίο, τηλεφωνικά ενημέρωσα την μητέρα μου. Εκείνη παρ’ όλο το σοκ που υπέστη, μέχρι την άφιξη μου στο λιμάνι του Πειραιά είχε κάνει κάθε δυνατή ενέργεια.
Μεταξύ αυτών των ενεργειών και η επικοινωνία της με το Α.Τ. Καλύμνου που μίλησε με τον αξιωματικό υπηρεσίας κοντά στις 10 μ.μ., ο οποίος της είπε πως με έψαχναν και δεν με έβρισκαν για να υπογράψω κατάθεση, πράγμα που δεν ισχύει. Και όταν του ρώτησε γιατί άφησαν ένα 19χρονο κορίτσι μόνο του να φύγει μετά από τέτοιας σημασίας προφορική καταγγελία της πρόβαλλαν δικαιολογίες χρεώνοντας με ως ασυνεπή. Λίγο αργότερα, ο(σ.σ αναφέρεται στο όνομα) κάλεσε τον σύντροφό μου, με τον οποίο ταξίδευα μαζί, στο τηλέφωνο με σκοπό να τον προκαλέσει. Και μεταξύ άλλων απείλησε τόσο εμένα λέγοντας πως θα με διασύρει σε όλο το νησί και πως θα μου δημιουργήσει πρόβλημα στη σχολή, όσο και τον ίδιο με την φράση «Κι εσύ θα καλοπεράσεις» με υπονοούμενα.
Τέλος στο τηλεφώνημα του τόνισε ότι η αστυνομία τον πιστεύει, διότι τον ξέρει από μικρό παιδί. Μετά από αυτό τον κάλεσα πίσω για να του ζητήσω εξηγήσεις, όπου μου επανέλαβε τα ίδια και συνέχισε τις απειλές. Το επόμενο πρωί φτάνοντας στο Περιστέρι, πήγα με την μητέρα μου στην ασφάλεια του Α.Τ. Περιστερίου και ώρα 1 και 35’ μ.μ., όπου υπέβαλα μήνυση κατά του (σ.σ αναφέρεται στο όνομα)και ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία.
Το επόμενο πρωί, κατά τις 10 π.μ. με κάλεσαν από το Α.Τ. Καλύμνου ζητώντας μου τα ρούχα που φορούσα εκείνο το βράδυ κι όταν τους ενημέρωσα πως είχα σκοπό να αναθέσω την αποστολή τους, από την Κάλυμνο, στο αστυνομικό του Περιστερίου ώστε να προωθηθούν στην ιατροδικαστική υπηρεσία Αθηνών, όπου με είχαν ήδη εξετάσει, κατόπιν υπόδειξης κι από τους δύο φορείς, αμφισβήτησαν τόσο εμένα όσο και την διαδικασία μιλώντας μου απαξιωτικά.
Εν τέλη, μετά από συνεννόηση τον δύο τμημάτων μεταξύ τους τα ρούχα παραδόθηκαν στο Α.Τ. Καλύμνου. Οι απειλές του (σ.σ αναφέρεται στο όνομα)συνεχίστηκαν και μέσω τρίτων στους οποίους ανέφερε επανειλημμένως πως αν τολμήσω να πατήσω το πόδι μου στην Κάλυμνο θα μου καταστρέψει την ζωή, επισημαίνοντας και πάλι ότι η αστυνομία είναι με το μέρος του. Αυτό με ανάγκασε να προβώ σε συμπληρωματική μήνυση για αυτές τις απειλές την 20/04/2022 στο Α.Τ. Περιστερίου».
www.lifo.gr