Σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο,
στους χώρους που ονομάζονται Βιβλιοθήκες, συγκεντρώνονται, διαβάζουν, παρακολουθούν εκδηλώσεις ΟΛΩΝ των ειδών, άνθρωποι από
κάθε τάξη, φύλο ή επάγγελμα, χωρίς να τίθεται “ζήτημα” γραμματικών γνώσεων ή πνευματικής”ιδιοφυΐας”.
Οι Βιβλιοθήκες πλέον έχουν μπει σε νέα, μεγάλα, υπερσύγχρονα κτήρια κι έχουν αποκτήσει το χαρακτήρα των “Πολυχώρων” που προσκαλούν όλους τους πολίτες. Τις διοικούν κυρίως επαγγελματίες που έχουν γνώση του σύγχρονου marketing και ξέρουν να στήνουν ένα business plan. Οι καιροί των “Αναγνωστηρίων” που διοικούνταν από την ελίτ του τόπου με προεξέχοντες ιερείς ή πλούσιους “λόγιους”, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Ακόμα και για την υπέροχη πόλη που λέγεται Κοζάνη.
Η Κ.Δ.Β. της Κοζάνης, με 7.000τ.μ και με υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις, δε μπορεί πλέον να περιορίζεται σε παρουσιάσεις βιβλίων με 12 παρευρισκόμενους, συμπεριλαμβανομένων του φύλακα και της καθαρίστριας.
Εκδηλώσεις που γίνονται ΔΩΡΕΑΝ (ας είναι καλά το ευφυές τέχνασμα της συνδιοργάνωσης με το Δήμο), ενώ έξω από το χώρο της παρουσίασης, πωλούνται κατά κόρον αντίτυπα του βιβλίου που “παρουσιάζεται” εντός της αιθούσης.
Φυσικά τα έξοδα της Βιβλιοθήκης (θέρμανση, φωτισμός, καθαριότητα, φύλαξη) είναι δεδομένα.
Εγώ λοιπόν ως “ένα πνευματικό ότι να ‘ναι της πόλης του σήμερα, με μικρό πνευματικό μέγεθος” γεμάτος υπερηφάνεια που το Δημοτικό Συμβούλιο χωρίς ούτε μια αρνητική ψήφο, όπως και το Δ.Σ της Κοβενταρείου Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, μου έκαναν την τιμή να είμαι ο πρόεδρος αυτού του τεράστιου μεγέθους για ενάμιση χρόνο, δηλώνω απλά πως δεν είχα ούτε έχω ουδεμία σκέψη ή διάθεση, να “λογοδοτήσω” για το έργο μου σε κανέναν από τους “ανθρώπους του πνεύματος” που τόσον καιρό δεν έφεραν ούτε μία πρόταση αναβάθμισης και ανανέωσης, παρά μόνο προσέρχονταν όταν ήταν η ανάγκη προώθησης των “πνευματικών πονημάτων τους”.
Έδωσα λόγο στους απλούς πολίτες, ενημέρωσα το ΔΣ, το Δημοτικό Συμβούλιο και όλους αυτούς που καλοπροαίρετα μου έκαναν την τιμή να με ρωτήσουν. Και μόνο το πρόγραμμα του ΕΣΠΑ
(άνω του μισού εκατομμυρίου ευρώ) για Δημιουργία, Aνάδειξη και Aξιοποίηση του Ψηφιακού Πολιτιστικού Αποθέματος μας που κατόρθωσα να “κερδίσω” για τη Βιβλιοθήκη, με κάνει χαρούμενο. Τα υπόλοιπα (καλά ή άσχημα δεν ξέρω) συμπεριλαμβάνονται σε μια εμπεριστατωμένη έκθεση πεπραγμένων που μπορώ να χαρίσω σε όποιον θέλει.
Κάποιοι δε μπορούν να καταλάβουν πως το νέο κτήριο αλλαξε ριζικά τη δραστηριότητα της Βιβλιοθήκης. Όλοι λέμε ναι στην ιερότητα των κειμηλίων, στην ομορφιά των βιβλίων και στο σεβασμό στους ανθρώπους που πάλεψαν τόσα χρόνια. Λέμε όμως και ΝΑΙ στο σύγχρονο, στην εξωστρέφεια, στις νέες τεχνολογίες, στις νέες δεξιότητες και στη νέα δομή του Πολυχώρου Βιβλιοθήκη.
Γιατί τη Βιβλιοθήκη όπως και τον Πολιτισμό, τον επιχορηγεί ο απλός πολίτης μέσω των φόρων που πληρώνει.
Υ.γ: Για το τι έχω κάνει εγώ επαγγελματικά στη ζωή μου και τι έχουν κάνει άλλοι, ας μη μιλήσω. Δεν έχει ουσία. Όλοι γνωριζόμαστε σ’ αυτό το όμορφο χωριό.
Υ.γ2: Ο Πολ Χολντεγκράμπερ, διευθυντής των Zωντανών Δράσεων και Συζητήσεων της ιστορικής Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης, είχε καλέσει το Mike Tyson και άλλους 100 πυγμάχους το 2013, με σκοπό να κάνει μια συζήτηση μαζί τους και να δείξει ότι η Βιβλιοθήκη απευθύνεται παντού. Κατόπιν διοργάνωσε συναυλίες (κι όχι μόνο κλασσικής μουσικής εννοείται) κι όλων των ειδών εκδηλώσεις. Τα πάντα. Μάλλον όμως ο άνθρωπος αυτός δεν ανήκε στο χώρο “του πνεύματος” και ήταν manager. Γι’ αυτό ίσως η Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης έχει απογειωθεί.
Το ίδιο ισχύει και για το γείτονα μας το Γιάννη τον Τροχόπουλο, πρώην διευθυντή της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Βέροιας, που για μένα ήταν ένας από τους κορυφαίους manager’s της Ελλάδας.