Με την απόλυτη κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων απόψεων οδηγηθήκαμε στην αφυδάτωση του πολιτικού προσωπικού, στη συγκέντρωση του πλούτου και της εξουσίας στα χέρια των ολίγων, της ελίτ, και στην υποβάθμιση της πολιτικής και των πολιτικών. Η ενεργειακή κρίση -συνοδός του πολέμου στην Ουκρανία- οδήγησε σε ισχυρούς χρηματοοικονομικούς κραδασμούς την παγκόσμια οικονομία. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η προβληματική παραγωγικότητα αλλά και η καθηλωμένη οικονομική-κοινωνική ανάπτυξη.
Σήμερα που τα κράτη-πρόνοιας θα έπρεπε να οργανώνουν τις χρηματο-οικονομικές αγορές και να τις προσανατολίζουν στην εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών, γινόμαστε μάρτυρες ανεξέλεγκτων καταστάσεων και πλουτισμού των ιδιωτικών συμφερόντων. Μα τελικά ποιος είναι ο ρόλος των δημόσιων θεσμών; Υπάρχουν για να παρεμβαίνουν μόνο όταν πρόκειται να διορθώσουν, κατά το δοκούν, «αποτυχίες» της αγοράς; Κατηγορηματικά όχι. Οι δημόσιοι θεσμοί, με προαπαιτούμενο την πολιτική ικανότητά τους, πρέπει να αναπτύσσουν πρωτοβουλίες για να προσανατολίζουν την οικονομία και τις αγορές στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των συντελούμενων μεγάλων αλλαγών, των τεχνολογικών μετασχηματισμών, της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής μετάβασης προς όφελος της κοινωνίας. Η δημιουργία αξίας και πλούτου πρέπει να βελτιώνει τη ζωή των πολιτών και όχι να μετατρέπεται σε κέρδος για τις ελίτ και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα.
Η σχέση της ενεργειακής πολιτικής με την ανάπτυξη της κοινωνίας πρέπει να είναι αδιάρρηκτη – μια πραγματικότητα που η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν την κατάλαβε, δεν μπορεί να την αντιληφθεί. Είναι πολιτικά αδιανόητο, για παράδειγμα, να εμφανίζονται οι κυβερνητικοί παράγοντες σαν Πόντιοι Πιλάτοι και να νίπτουν τας χείρας των για την καταστροφική, οικονομική και κοινωνική, κατάσταση στη Δυτική Μακεδονία. Διότι είναι αυτοί οι ίδιοι που την αποφάσισαν, εντελώς ξαφνικά, χωρίς ενημέρωση της κοινωνίας, των τοπικών φορέων, των πολιτικών δυνάμεων σε κεντρικό επίπεδο, με αντιδημοκρατικές διαδικασίες, χωρίς σχέδιο, βίαια. Είναι αυτοί οι ίδιοι που με αυταρχισμό και αδιαφορία προς τους εργαζόμενους προχώρησαν στη «μετάβαση» προς τη μεταλιγνιτική εποχή!
Ουσιαστικά, η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική Μητσοτάκη άρχισε να εφαρμόζεται με την προσβλητική, κυνική δήλωσή του: «Οι κάτοικοι της Δυτ. Μακεδονίας πρέπει να βρουν τι να κάνουν», όταν ανακοίνωσε το κλείσιμο των μονάδων της ΔΕΗ! Η βίαιη ενεργειακή μετάβαση αποτελεί πρωτοφανές παράδειγμα παγκοσμίως, τη στιγμή μάλιστα που η Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής της Ε.Ε. έχει υποστηρίξει ότι η διαδικασία μετάβασης χρειάζεται 20 με 25 χρόνια.
Ο καθ’ ύλην αρμόδιος για την εφαρμογή προγραμμάτων συνοχής της Κομισιόν, Κάρστεν Ράσμουσεν, πρόσφατα ήταν στη Δυτ. Μακεδονία και είχε επαφές με τους τοπικούς φορείς για το σχέδιο (που η κυβέρνηση δεν έχει) διακυβέρνησης της δίκαιης μετάβασης. Αφού τόνισε ότι η κοινωνία πρέπει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, είπε ξεκάθαρα ότι οι δήμοι, οι τοπικοί φορείς, το πανεπιστήμιο, τα επιμελητήρια, οι επιστημονικοί φορείς, οι τοπικές επιχειρήσεις, τα εργατικά κέντρα είναι που θα υλοποιήσουν το σχέδιο και θα βιώσουν όλη τη διαδικασία. Υπογράμμισε, επίσης, ότι τα 500 χλμ. από το κέντρο όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις είναι πολλά και γι’ αυτό επιβάλλεται να δημιουργηθεί μια επιτροπή επίβλεψης στη Δυτ. Μακεδονία. Η τοπική κοινωνία πρέπει να σχεδιάζει και να συμμετέχει.
Πάντως χάθηκαν τρία χρόνια! Ο ακροδεξιός νεοφιλελευθερισμός της Ν.Δ. οδήγησε σε πρωτοφανή αναδιανομή, φτωχοποίηση, ακρίβεια· υποβάθμισε τη δημοκρατία, «μοίρασε» ανεργία, ιδιαίτερα στους νέους, οδήγησε στη μετανάστευση τους επιστήμονες.
Με τα επιτελικά της σχέδια η Ν.Δ. έκανε τη Δυτ. Μακεδονία από τις πιο προβληματικές περιφέρειες της χώρας – ακόμη και σε δημογραφικό επίπεδο! Με σπασμωδικές κινήσεις ο Κυρ. Μητσοτάκης προσπάθησε με μια νέα πολιτική «εξαπάτησης» να πείσει τους κατοίκους της Δυτ. Μακεδονίας να «υπογράψουν» το φτωχοποιημένο μέλλον τους. Ετσι «γυμνός» στάθηκε ο «ηγεμόνας» στην Πτολεμαΐδα 5, την πιο σύγχρονη μονάδα, για να δηλώσει ανερυθρίαστα πως «για πολλά χρόνια θα λειτουργήσει χωρίς εξειδίκευση». Κι ούτε μια αναφορά για τη λειτουργία του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Κέντρου, το οποίο είναι το μόνο που θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά σε μια νέα παραγωγική ανάπτυξη και πάντα στο πλαίσιο μιας ισόρροπης ενεργειακής μετάβασης.
Ένας «ηγεμόνας» χωρίς όραμα, χωρίς πρόταση, χωρίς Πολιτισμό, που στις επικείμενες εκλογές θα πάρει το αποτέλεσμα που του αξίζει. Γιατί «βρήκαν, ξέρουν οι κάτοικοι της Δυτ. Μακεδονίας τι πρέπει να κάνουν».