Η χώρα αυτή, προπολεμικά κυρίως αλλά και μεταπολεμικά, πέρασε από μία εποχή κατά την οποία σε κάθε περιοχή της υπήρχε και μία ιδιωτική εταιρεία που έπαιζε το ρόλο του παραγωγού και διανομέα του ηλεκτρισμού. Οι όροι που ρύθμιζαν τις σχέσεις τής κάθε ηλεκτρικής εταιρείας με τον καταναλωτή καθορίζονταν από τις ίδιες τις εταιρείες, χωρίς καμία κρατική παρέμβαση για επιδότηση στην τιμή του ρεύματος. Για την ιστορία το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1889, ενώ τον ίδιο χρόνο, στην οθωμανοκρατούμενη ακόμη Θεσσαλονίκη, βελγική εταιρεία αναλάμβανε το έργο του ηλεκτροφωτισμού της πόλης. Μέχρι το 1948 σε ολόκληρη την Ελλάδα στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας δραστηριοποιούνταν 5 μεγάλες εταιρείες και 175 μικρότερες. Αυτή η αγορά ήταν μεν ιδιωτική και απελευθερωμένη αλλά δεν ήταν καθόλου ανταγωνιστική.
Ήταν όμως κι η εποχή που η Ελλάδα διερχόταν από έναν εμφύλιο σπαραγμό, γεμάτη πληγές τις οποίες έπρεπε να επουλώσει, κι αυτό που χρειαζόταν ήταν ένα εθνικό σχέδιο και μία ριζική αλλαγή στην οικονομία της. Την ενεργειακή αυτή ανάταση της χώρας μας ανέλαβε η κραταιά ΔΕΗ με την ίδρυσή της το 1950. Την ορθολογιστική άλλωστε αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, τις τεράστιες επενδύσεις και την ομοιόμορφη εξάπλωση της ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το τελευταίο χωριό, μόνο μία κρατική εταιρεία θα μπορούσε να φέρει εις πέρας.
Στην Κοζάνη ιδιωτική εταιρεία ηλεκτρισμού εμφανίζεται το 1926, όταν ο Δήμος Κοζάνης προκήρυξε διαγωνισμό για χορήγηση άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για ολόκληρη την πόλη, δίνοντας παράλληλα το προνομιακό δικαίωμα χρήσης δημοτικών δρόμων για την εγκατάσταση του δικτύου, ενώ επιπλέον παραχωρούσε οικόπεδο 300ων τ.μ. για την εγκατάσταση των ηλεκτρογεννήτριων μηχανών. (Το δημοτικό αυτό οικόπεδο υπάρχει και σήμερα και βρίσκεται στην οδό Τσιμηνάκη, απ’ όπου καθημερινά οι οδοκαθαριστές του Δήμου Κοζάνης ξεκινούν για το επίπονο έργο τους). Τον διαγωνισμό κέρδισαν οι Κοζανίτες επιχειρηματίες και συνέταιροι Δημήτριος Βλιούρας και Πάικος Δελιαλής. Η εταιρεία δραστηριοποιήθηκε μέχρι τον Αύγουστο του 1958, καθώς από τότε περνά οριστικά στα χέρια της ΔΕΗ, ενώ η άκρως ενδιαφέρουσα ενδιάμεση ιστορία της αξίζει να εξεταστεί αυτοτελώς.
Σταδιακά η ΔΕΗ, εξαγοράζοντας όλες αυτές τις μικροεπιχειρήσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, έβαλε γερά τα θεμέλια για την ενεργειακή αυτονομία της χώρας, παίζοντας το σημαντικότερο ρόλο στην υποστήριξη που χρειαζόταν τότε η εκκολαπτόμενη βαριά ελληνική βιομηχανία. Κι έτσι από το 1956 ξεκινά η εποποιία της και μαζί της το οικονομικό θαύμα της μεταπολεμικής Ελλάδας, συμπαρασύροντας την κοινωνική πρόοδο και την πνευματική δημιουργία μιας ολόκληρης γενιάς.
Η ΔΕΗ αποτέλεσε αναμφισβήτητα ένα γενναιόδωρο μονοπώλιο για την πατρίδα μας κι ένα κεφάλαιο ζωτικής σημασίας για το Νομό Κοζάνης, ενώ για σημαντικό χρονικό διάστημα τα έργα της Πτολεμαΐδας είχαν την πρώτη θέση στον οικονομικό σχεδιασμό της χώρας. Οι μεγάλες επενδύσεις, η οργάνωση και η λειτουργία των μονάδων, τα εργατικά (δυστυχώς) ατυχήματα, ακόμη ο τρόπος που αναπτύχθηκε το συνδικαλιστικό κίνημα, οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις και το μοντέλο ανάπτυξης που επιβλήθηκε στην περιοχή, μέχρι και τη διαχείριση της μεταλιγνιτικής περιόδου, είναι πτυχές που συνθέτουν τη σύγχρονη ιστορία του Νομού Κοζάνης. Και για μία τέτοια ιστορία, είτε για την αρχή είτε για το τέλος της, με τα καλά και τα δυσάρεστά της, ένα μόνο πρέπει να προτάξουμε: πως τα έργα εξηλεκτρισμού της Πτολεμαΐδας είναι αυτά που συνέβαλαν στην πρόοδο και την εκβιομηχάνιση της χώρας μας.
σ.σ. Το κείμενο αυτό το είχα έτοιμο από την Καθαρά Δευτέρα. Η εθνική όμως τραγωδία των Τεμπών, όπως και προσωπικοί λόγοι, με οδήγησαν ώστε να το μοιραστώ τώρα μαζί σας. Το ονόμασα «μικρό ιστορικό του ηλεκτρισμού στη χώρα μας», αν και σαφώς, πέρα από τις ιστορικές, υπάρχουν και πολιτικές προεκτάσεις.
Μέχρι σχετικά πρόσφατα ακούγατε “ΔΕΗ” και βγάζατε σπιράκια, όταν δεν παθαίνατε “αυτόκλητο ηλεκτροσόκ” ! Τι έγινε τώρα και σας έπιασε τέτοια νοσταλγία; Σταμάτησε το μόνο παραγωγικό πράγμα που υπήρχε στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και αντιληφθήκατε το μαύρο κι άραχλο μέλλον που έρχεται;
It’s too late dear…