«Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις». Αποκάλυψη 2,11 «Αυτός που έχει αυτιά ας ακούσει εκείνα που κηρύττει η Εκκλησία».
Ξύπνησε δύσθυμος. Το ηλιακό του ρολόι έγραφε ώρα έξη και το σκοτάδι ακόμα να υποχωρήσει. Ο ήλιος που αυτός εμπνεύσθηκε και κατασκεύασε αργούσε και κάποια μέρα θα αποφάσιζε για το τέλος του. Σκέφθηκε το πρωινό του και αμέσως εμφανίσθηκαν εμπρός του, ότι είχε επιθυμήσει για πρωινό. Το αόρατο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο και η πρωινή ενημέρωση ήταν στην ώρα τους στη διάθεσή του.
Άνοιξε ένα παράξενο μηχάνημα και αμέσως εμφανίσθηκε όλος ο κόσμος του. Όλο το Σύμπαν.
Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού αυτός ήταν ο αεί ανώτατος άρχων του κόσμου που αυτός με ένα νεύμα δημιούργησε. Μόνο με τη σκέψη του. Ήταν άλλωστε ο κτήτορας και ο νυν και αεί του Αστερισμού της Ανδρομέδας.
Κοίταξε την οθόνη του κόσμου. Δεν ήταν ευχαριστημένος από την πορεία των δημιουργημάτων του. Τώρα τελευταία άλλωστε ενέσκηψε μια ασθένεια που θέριζε τα δημιουργήματά του αλλά αυτά δεν ήθελαν να ακούσουν για τη θεραπεία που μέσω των απεσταλμένων του θεραπευτών τους παρείχε.
Πολλές φορές σκέφθηκε να τους αφήσει στη μοίρα τους, να τους αφήσει να καταστραφούν, να εξαφανισθούν από του προσώπου του, αλλά πάλι υπαναχωρούσε γιατί αγαπούσε αυτό το είδος που δημιούργησε και ήταν περήφανος γι’ αυτό.
Για να βρει λύση δεν το φαντάζονταν αφού οι όποιες προσπάθειές του έπεφταν στο κενό.
Γνώριζε ότι μακριά από τον Αστερισμό του, εκατομμύρια έτη φωτός μακριά κατοικούσε ένα είδος που οι φήμες έλεγαν ότι θα μπορούσε να του προσφέρει γνώσεις αντιμετώπισης του προβλήματος της Ανδρομέδας. Σκέφθηκε να ζητήσει πληροφορίες από τη σοφία των γνώσεών του και αμέσως εμφανίσθηκαν εμπρός του το ηλιακό σύστημα με τους πλανήτες του και ιδιαίτερα έναν πράσινο πλανήτη που ονόμαζαν Γη και από αυτόν μια αρχαία φυλή που ονομάζονταν άλλοτε Κρήτες, Μυκηναίοι, Αχαιοί, Δωριείς, Μακεδόνες, Ρωμιοί, Έλληνες.
Παραξενεύθηκε κατ’ αρχή από τα ονόματα που άλλαζε αυτό το είδος, σε σχέση με τους άλλους κατοίκους της Γης τους Κινέζους, τους Αιγύπτιους, τους Πέρσες και άλλους. Ύστερα παραξενεύθηκε από την ιδιοσυγκρασία αυτού του λαού.
Παντογνώστες, ειδικοί όλων των προβλημάτων, εγωιστές, φιλάρεσκοι, αυτάρεσκοι, καλοπερασάκηδες, αμφισβητίες, εριστικοί, βίαιοι, αλλά και προικισμένοι με πνεύμα ανήσυχο, δημιουργικό, ερευνητικό, εφευρετικό. Σκέφθηκε ότι ούτε αυτός θα μπορούσε να σκεφθεί μια τέτοια ράτσα για τα δημιουργήματά του. Τον μπελά του θα ήθελε; Ανατρίχιασε.
Λυπήθηκε τον Θεό που τους εξουσίαζε. Ούτε ψύλλος στον κόρφο του.
Από ενδιαφέρον έκανε ζουμ στην οθόνη να παρατηρήσει ακόμα καλύτερα αυτό το παράξενο είδος. Με περιέργεια παρατήρησε ότι και εκείνοι ταλαιπωρούνταν από κάποια ασθένεια που τους έστελνε στα θεραπευτικά τους ιδρύματα και πολλοί από εκείνους απεβίωναν. Παρατήρησε επίσης ότι με την ευλογία του Θεού τους, είχαν κατασκευάσει ένα θαυματουργό φάρμακο που το έπαιρναν με μια μικρή βελόνα στο χέρι τους. Όμως παραξενεύθηκε όταν κατάλαβε ότι υπήρχαν άνθρωποι που αρνούνταν την αγωγή και μάλιστα και απεσταλμένοι του Θεού τους. Επαναστατούν, σκέφθηκε. Αλλά τι προτείνουν στο Θεό τους για αντάλλαγμα; Τίποτα. Αντιδρούν έτσι απλά.
Ρίγη κυρίευσαν το πνεύμα του. Σκέφθηκε ότι τα έπρεπε να έρθει σε επαφή με τον συνάδελφό του και να τον συγχαρεί για την υπομονή του, εκτός και αν αηδιασμένος από την συμπεριφορά του ποιμνίου, τους είχε εγκαταλείψει στην τύχη τους.