Σε Χώρα ανισοτήτων εξελίσσεται σταδιακά η Ελλάδα, με το χάσμα να γίνεται ολοένα και βαθύτερο ανάμεσα στη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, που με δυσκολία πασχίζει να διατηρήσει ένα στοιχειώδες επίπεδο αξιοπρεπούς και ποιοτικής διαβίωσης, και στους λίγους ευνοημένους που συσσωρεύουν ιστορικά κέρδη και προκλητικά προνόμια.
Η πατρίδα μας είναι δεύτερη χαμηλότερη στην Ευρώπη των 27 ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης. Αποτελεί θλιβερή εξαίρεση στον ΟΟΣΑ, με μείωση του πραγματικού εισοδήματος των νοικοκυριών, παρά την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Σε τέσσερα έτη γαλάζιας διακυβέρνησης (2020 έως και 2023) οι ακαθάριστες αποδοχές αυξήθηκαν 11%, αλλά ο φόρος εισοδήματος 41%, λόγω της μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας. Όσον αφορά το συσχετισμό κερδών και μισθών, από το 2019 μέχρι το 2023 συρρικνώθηκε η συμμετοχή των μισθών στο ΑΕΠ.Τα σχολεία ανοίγουν με την παιδική φτώχεια αιχμηρά παρούσα, αφού είμαστε στην τέταρτη χειρότερη θέση σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, με το 28,1% των ανηλίκων κάτω των 18 ετών να είναι εκτεθειμένοι σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.
Η Κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει διαλέξει πλευρό και πεισματικά το αποδεικνύει σε κάθε πολιτική επιλογή της. Η νομοθέτηση υπέρ μιας ολιγαρχίας συμφερόντων έχει γίνει κανόνας. Από την άδικη σχέση άμεσης – έμμεσης φορολογίας μέχρι τον πληθωρισμό απληστίας σε κάθε τομέα της καθημερινότητας. Από το αδιέξοδο αναπτυξιακό μοντέλο του real estate, της κατανάλωσης και του τουρισμού, μέχρι την υγεία, την παιδεία και τα πάλαι ποτέ εργασιακά κεκτημένα. Αποκορύφωση οι ενεργειακές μεθοδεύσεις της, με τον ηλεκτρικό χώρο παραδομένο σε πέντε ισχυρούς, ερμητικά κλειστό για τους πολλούς. Η Ελλάδα πορεύεται χωρίς περιφερειακή και αγροτική πολιτική, ουσιαστικά κομμένη στα δύο, αφού ό,τι δεν μετατρέπεται σε τουριστικό προϊόν, εγκαταλείπεται σε μαρασμό.
Δεν είναι όμως μόνο οι ανισότητες, γιατί τα “καμπανάκια” για την ελληνική οικονομία χτυπούν το ένα μετά το άλλο. Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, Ο.Ο.Σ.Α, Δ.Ν.Τ κάνουν λόγο για ρυθμούς ανάπτυξης κοντά στο 1% μετά το 2026. Δεν βγαίνει ο “λογαριασμός”, καθώς το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό και από το 2032 διπλασιάζεται η δαπάνη εξυπηρέτησής του. Το επίσημα καταγεγραμμένο εμπορικό έλλειμμα μαρτυρά τη βυθιζόμενη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Με αυτά τα δεδομένα, αυτό που εγγυάται η Κυβέρνηση της Ν.Δ. είναι λιτότητα χωρίς τέλος. Και αυτό είναι το καλό της σενάριο…
Πόσο παράδοξο, λοιπόν, ότι όλα αυτά να συμβαίνουν σε μια συγκυρία που αντικειμενικά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κατ’ ελάχιστον ιδανική για την οικονομία μας. Διανύουμε την καλύτερη χρηματοδοτική περίοδο μεταπολεμικά, με πόρους που υπερβαίνουν τα 70 δις από το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας. Σταθερότητα πολιτικών συνθηκών, χαμηλή εξυπηρέτηση στο δημόσιο χρέος, απαλλαγή των τραπεζών από τα “κόκκινα” δάνεια, σύγχρονες ηλεκτρονικές δυνατότητες στις οικονομικές συναλλαγές και στο επιχειρείν.
Κι όμως, η Ελλάδα “χάνει το τρένο” μιας ιστορικής ευκαιρίας, εγκλωβισμένη σε συγκεντρωτικές πρακτικές άκρατου πελατειασμού. Στην καλύτερη στιγμή βρίσκεται στα χειρότερα κυβερνητικά χέρια.
* Άρθρο του Πάρι Κουκουλόπουλου, Βουλευτή Κοζάνης και Υπεύθυνου ΚΤΕ Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, στην Εφημερίδα «στο Καρφί», 7/9/2024