Εισήγηση της Βουλευτή Φλώρινας και Αν. Τομεάρχη Περιβάλλοντος & Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Π. Πέρκα στην Δ’ συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής κατά τη β’ ανάγνωση του νομοσχεδίου (ν/σ) του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση και ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων απολιγνιτοποίησης»
Η κα Πέρκα ξεκίνησε την τοποθέτησή της αναφερόμενη στην ενδελεχή συζήτηση σε ό,τι αφορά το ν/σ κατά τις προηγούμενες Επιτροπές της Βουλής, τονίζοντας όμως ότι ποτέ δε θα είναι αρκετή η συζήτηση που αφορά σε ένα τόσο σοβαρό μετασχηματισμό του παραγωγικού προφίλ της Δυτικής Μακεδονίας, αλλά και της Μεγαλόπολης. Κι αυτό, διότι οι περιοχές αυτές στήριξαν τόσα χρόνια το μεγαλύτερο εκβιομηχανιστικό εγχείρημα της χώρας – η Δυτική Μακεδονία έχει το μεγαλύτερο λιγνιτικό κέντρο στη ΝΑ Ευρώπη – και διαχειρίστηκαν περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, με προβλήματα, τα οποία παραμένουν. «Η αρχή πριν κάνουμε οτιδήποτε είναι να παραδεχτούμε ότι σ’ αυτές τις περιοχές χρωστάμε», είπε.
Επανέλαβε ότι το εγχείρημα έγινε χωρίς σχέδιο, απλά με μια εξαγγελία κι ενώ αναγνώρισε ότι τα σχετικά κείμενα είναι καλογραμμένα, η ουσία είναι ότι η καταστροφή έχει ξεκινήσει κι εμείς δυόμισι χρόνια μετά, στο τέλος του 2021 συζητάμε το πώς θα διακυβερνηθεί η απολιγνιτοποίηση που σχεδόν ολοκληρώνεται το 2023. Είναι εμφανές ότι έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος, όμως έστω και τώρα η κατάσταση δεν είναι ανεπίστρεπτη, αρκεί να παρθούν γρήγορα τα μέτρα που χρειάζεται η τοπική κοινωνία και η οικονομία.
Στάθηκε ιδιαίτερα στη σημασία της συμμετοχής της τοπικής κοινωνίας, γεγονός που υπογραμμίζεται σε όλους τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς και τα διεθνή κείμενα, στη χώρα μας όμως ισχύει το αντίθετο. Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Σ’ αυτή τη μετάβαση εσείς αποφασίσατε να έχετε την κοινωνία απέναντι, κάτι που είναι παράδοξο και πολιτικά. Το τόνισαν και οι δήμαρχοι, οι οποίοι στο σύνολό τους δεν στηρίχθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ για να εκλεγούν, ζουν όμως το πρόβλημα. Σύμφωνα με τον κανονισμό του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης (ΤΔΜ), πέρα από την τοπική αυτοδιοίκηση, όπου η συμμετοχή της θεωρείται δεδομένη, λαμβάνουν μέρος περιβαλλοντικές οργανώσεις, σύλλογοι για τα δικαιώματα της ισότητας των φύλων, κτλ. Εδώ δεν έγιναν ούτε διαβουλεύσεις, ενώ θα μπορούσε να συμμετέχει η κοινωνία και να έχει και ευθύνη. Η πλήρης απουσία της τοπικής κοινωνίας είναι ένας από τους βασικούς λόγους που καταψηφίζουμε το ν/σ».
Για το ίδιο θέμα, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις Ενεργειακές Κοινότητες (ΕΚΟΙΝ), εργαλείο που ενώ θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί εξαρχής, δεν υπήρχε ούτε ως αναφορά στα σχέδια της κυβέρνησης. Μάλιστα, με νόμο του κ. Χατζηδάκη, οι ΕΚΟΙΝ στη Δυτική Μακεδονία υποχρεούνται να περνούν από διαγωνιστικές διαδικασίες, κάτι που ενώ περιμέναμε να αποσυρθεί, ισχύει ακόμα, ενώ παράλληλα δεν υπάρχει ηλεκτρικός και φυσικός χώρος, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε πολύ δεινή θέση. Τόνισε συγκεκριμένα ότι «η κοινωνία οργανώθηκε, παρ’ όλο που δεν της δόθηκε βήμα», ονοματίζοντας διάφορες ΕΚΟΙΝ, όπως αυτή που ξεκινά ο Δήμος Φλώρινας – Πρεσπών, η μη κερδοσκοπική ‘e-Όφελος’, η εικονικού συμψηφισμού ‘Δημήτριος Υψηλάντης’, εκείνη της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας με το Πανεπιστήμιο κτλ.
Σε σχέση με το μοντέλο διακυβέρνησης επανέλαβε ότι είναι συγκεντρωτικό, λόγω του ότι είναι αθηνοκεντρικό, αλλά και με πολυαρχία ταυτόχρονα, αφού έχουμε Υπουργό, Διοικητή ΣΔΑΜ, Διευθύνοντα της ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΕ κτλ. Στο πλαίσιο αυτό, πρότεινε τη δημιουργία μιας διακομματικής επιτροπής, η οποία θα ελέγχει, θα συνδιαμορφώνει το μοντέλο και φυσικά θα έχει και την ευθύνη για έναν τόσο δύσκολο μετασχηματισμό.
Τόνισε ιδιαίτερα πόσο σημαντικό είναι να λαμβάνουμε υπόψη τη διεθνή εμπειρία, όπου για το ζήτημα της απολιγνιτοποίησης υπάρχει πλήθος πετυχημένων, αλλά και αποτυχημένων παραδειγμάτων. Αναφέρθηκε ξεχωριστά στο restart της Τσεχίας, ένα πολύ καλό παράδειγμα, με μεγάλη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας. Έκανε επίσης μια σύντομη αναφορά σε σημεία του ν/σ σχετικά με τα πολλά bonus, τους πολλούς Γενικούς Διευθυντές και Διευθυντές, την πρόβλεψη για Ειδική Υπηρεσία, αλλά και για τη ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΕ, το ότι δεν προβλέπεται πουθενά μοριοδότηση λόγω εντοπιότητας, ενώ τα δε ΕΣΔΙΜ που έχουν σταλεί στην ΕΕ δε συμφωνούν με το ν/σ. Επιπλέον, σε σχέση με τις εμβληματικές επενδύσεις, οι 16 του πρώτου κειμένου του Masterplan, μειώθηκαν σε 6 στο δεύτερο. «Υπάρχει γενικότερα μια προχειρότητα, η οποία δε δικαιολογείται, όπως υπάρχει και αντίστοιχη προχειρότητα στην ημερομηνία», ανέφερε η Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ό,τι αφορά την απόσχιση κλάδου και τη δημιουργία της ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΕ, επανέλαβε ότι δεν ισχύει ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι είναι πρόταση της Παγκόσμιας Τράπεζας, διότι η εν λόγω πρόταση ήταν πολύ διαφορετική. «Τίθεται επίσης το ερώτημα, η απόσχιση αυτή βασίζεται σε κάποια μελέτη; Έχει υπολογιστεί για το πόσα στρέμματα μιλάμε; Γιατί οι αριθμοί δεν είναι σταθεροί, ακούμε από 148 έως 164 στρέμματα, αυτά όμως δε γίνονται ‘με το μάτι’. Επίσης, πόσο είναι το κόστος αποκατάστασης και τι αξία έχει η γη; Ακούσαμε και από τους Δημάρχους, το ξέρουμε κι εμείς ότι η ΔΕΗ, παρά το ότι δεν υπάρχουν τα ΕΠΣ, κάνει το δικό της σχεδιασμό, για τα ‘φιλέτα’, τα εδάφη δηλαδή που δε χρήζουν μεγάλης αποκατάστασης. Ο δήμαρχος Αμυνταίου ανέφερε ότι ζητούσε εδάφη για δράσεις του δήμου και του πρότειναν μια πλαγιά».
Συνεχίζοντας, είπε δηκτικά ότι και σε αυτό το ν/σ, όπως και σε πολλά άλλα, υπάρχει μια διάταξη που διαλύει έτι περαιτέρω το χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. Συγκεκριμένα, η διάταξη που αναφέρεται στους όρους δόμησης και σε ειδικές προβλέψεις για τις λιγνιτικές περιοχές φαίνεται να είναι οριζόντια. Όμως έτσι δεν πάμε μπροστά, γυρίζουμε στο μοντέλο που έφερε τη χώρα στην κρίση. Και μια χώρα που δεν έχει τακτοποιήσει το χώρο της, δεν μπορεί να κάνει επενδύσεις, αυτό φάνηκε και όταν ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ που βρήκε κολλημένες στρατηγικές επενδύσεις, όπως το Ελληνικό, τον Αστέρα Βουλιαγμένης, την Αφάντου Ρόδου κτλ.
Σε ό,τι αφορά στους πόρους, τόνισε ότι η κυβέρνηση εσφαλμένα συγκρίνει το Ταμείο Δημοπράτησης Δικαιωμάτων Αερίων του Θερμοκηπίου, το πρώτο εθνικό ταμείο στην Ευρώπη που συστάθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ με το ΤΔΜ που συστάθηκε το 2021. Ειδικά όμως για το πρώτο, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε προβλέψει ποσοστό 6% για δραστηριότητες στις λιγνιτικές περιοχές, ποσοστό που ο κ. Χατζηδάκης μείωσε σε μόλις 1%, ενώ πλέον πρέπει να είμαστε και ευχαριστημένοι με την αύξηση σε 4.5% του κ. Σκρέκα, το οποίο αντιστοιχεί μεν σε 45 εκ. ευρώ, κάτι που οφείλεται όμως στην αύξηση των τιμών. «Τι κάνουμε; Στην εποχή της απολιγνιτοποίησης μειώνουμε το ποσοστό από το εθνικό ταμείο; Οι πόροι είναι απαραίτητοι και χρειάζονται».
Και πάλι για το ΤΔΜ, η κα Πέρκα είπε ότι παρότι δεσμευτήκαμε πρώτοι στην απολιγνιτοποίηση, πήραμε μόλις 755 εκ. ευρώ ως χώρα, τη στιγμή που Ρουμανία και Βουλγαρία που δεν έχουν δεσμευτεί σε απολιγνιτοποίηση, πήραν 1.2 δισ. και 2 δισ. αντίστοιχα. Εσφαλμένα ο κ. Σκρέκας για να υπολογίσει τους πόρους, μετράει ‘κατά κεφαλήν’, γιατί αν μετρήσουμε έτσι, πρέπει να προστεθεί και ο πληθυσμός των νησιών. Όμως είμαστε μια χώρα που έχει τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν εξάρτηση από το λιγνίτη, αυτό είναι το κρίσιμο μέγεθος και με βάση τα κριτήρια αυτά δεν έχουμε πάρει αρκετούς πόρους.
Τόνισε επίσης το πόσο σημαντικό είναι να στηριχθούν οι ΜμΕ στις πληττόμενες περιοχές, που αποτελούν και τη ραχοκοκαλιά της τοπικής οικονομίας, γεγονός που όμως η κυβέρνηση δε φαίνεται να συμμερίζεται, αφού οι ενισχύσεις στις εν λόγω περιοχές είναι μόλις 10% παραπάνω σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα.
Η κα Πέρκα έκλεισε την εισήγησή της με την πρόταση να υπάρξει σχετική μέριμνα από την Πολιτεία για τους κατοίκους των πληττόμενων περιοχών, όπως γίνεται για τους πυρόπληκτους, τους σεισμόπληκτούς και γενικότερα όσους υφίστανται βλάβη από φυσικές καταστροφές. «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που χάνουν τη δουλειά τους, οι οποίοι έχουν βυθιστεί στα χρέη και αφού δεν τους δίνετε κάποια προοπτική, είναι σε απόγνωση. Θα έπρεπε να προβλεφθεί ρύθμιση χρεών. Ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύτηκε για μηδενική ρήτρα σε ΑΕΠ και θέσεις εργασίας. Η απολιγνιτοποίηση στερεί πόρους, στερεί θέσεις εργασίας, δεν πρέπει η Πολιτεία αυτά να τα αναπληρώνει; Προχωρήστε επίσης γρήγορα το χωροταξικό σχεδιασμό, δώστε λόγο στην κοινωνία, βοήθεια στις ΕΚΟΙΝ και δώστε και φυσικό ηλεκτρικό χώρο, γιατί φοβάμαι ότι κρατάτε τα δίκτυα για 2-3 μεγάλους επενδυτές. Έτσι όμως μετάβαση, δίκαιη τουλάχιστον, δε γίνεται. Θα έχετε μια περιοχή, για την οποία θα πάρετε την πολιτική απόφαση, αντί να της δώσετε αυτά που της χρωστάτε, να την καταστρέψετε. Αν επιλέγετε αυτό, θα μας βρείτε απέναντι κι εμάς και όλη την τοπική κοινωνία».