Η 23η Νοεμβρίου είναι η 327η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 328 σε δίσεκτα έτη. Το πρωί της 23ης Νοεμβρίου 1976, το αεροπλάνο της Ολυμπιακής Αεροπορίας με την ονομασία «Νήσος Μήλος», που εκτελούσε το τακτικό δρομολόγιο Αθήνα – Λάρισα – Κοζάνη, έπεσε στην περιοχή του Σαρανταπόρου, με συνέπεια να χάσουν τη ζωή τους και οι 50 επιβαίνοντες.
Η Ολυμπιακή Αεροπορία ατην ιστορία της είχε τρία πολύνεκρα δυστυχήματα, όλα στον ελλαδικό χώρο.
Το χειρότερο από αυτά συνέβη στην Κερατέα. Το δεύτερο πιο πολύνεκρο, στην Κοζάνη. Και σε αντίθεση με όσα ισχύουν συνήθως, περί ανθρωπίνου λάθους, η συντριβή της πτήσης 830, προκλήθηκε από τα προβλήματα του ίδιου του τοπικού αεροδρομίου, το οποίο ήταν ανεπαρκώς εξοπλισμένο. Και θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί.
Το αεροσκάφος της Ολυμπιακής, με την ονομασία «Νήσος Μήλος», εκτελούσε το τακτικό δρομολόγιο Αθήνα – Λάρισα – Κοζάνη. Ήταν ένα καινούργιο YS-11, ελικοφόρο ιαπωνικής κατασκευής, απο τα κορυφαία της εποχής του για σύντομες εσωτερικές πτήσεις.
Με κυβερνήτη τον Κωνσταντίνο Σκιαδά, έμπειρο πιλότο με προϋπηρεσία σε πολεμικά αεροσκάφη, ξεκίνησε στις 8:35 το πρωί από το αεροδρόμιο του Ελληνικού για την τακτική πτήση ΟΑ830, με προορισμό την Κοζάνη και ενδιάμεσο σταθμό τη Λάρισα. Εκτός από τον κυβερνήτη, τον συγκυβερνήτη και τις δύο αεροσυνοδούς, στο αεροσκάφος επέβαιναν συνολικά 46 άτομα (40 Έλληνες και 6 αλλοδαποί).
Όταν έφτασε στη Λάρισα, το αεροπλάνο δεν κατόρθωσε να προσγειωθεί, λόγω της πυκνής ομίχλης και συνέχισε για την Κοζάνη. Στις 9:46 ο πύργος ελέγχου του αεροδρομίου έλαβε το τελευταίο σήμα του αεροπλάνου κι έδωσε οδηγίες στον πιλότο για την κατάσταση του καιρού, που δεν διέφερε από αυτόν της Λάρισας.
Ο πιλότος πετούσε εξ όψεως λόγω έλλειψης ραδιοβοηθημάτων στο αεροδρόμιο της Κοζάνης. Αμέσως μετά χάθηκαν τα ίχνη του αεροπλάνου.
«Βλέπω ένα άνοιγμα»
«Δεν μπορώ να προσγειωθώ εξ’ αιτίας της ομίχλης. Βλέπω ένα άνοιγμα. Θα επιχειρήσω να προσγειωθώ, περνώντας ανάμεσα…». Αυτό ήταν το τελευταίο σήμα του πιλότου του μοιραίου αεροπλάνου προς τον πύργο ελέγχου της Κοζάνης. Ήταν η τελευταία επικοινωνία με το αεροσκάφος. Ύστερα η απόλυτη σιωπή.
Όπως απεδείχθη αργότερα, ο πιλότος στην προσπάθειά του να βρει ασφαλή δίοδο κατέβασε το αεροπλάνο χαμηλά, με αποτέλεσμα αυτό να χτυπήσει στην κορυφή «Φλάμπουρο» της οροσειράς του Σαρανταπόρου σε ύψος 1.379 μέτρων και να συντριβεί.
Η πτώση του αεροπλάνου τοποθετείται μεταξύ 09:30 – 09:45. Το αεροπλάνο βρέθηκε σε χαράδρα της κορυφής Γκόλνα του υψώματος Ντοβρά. Η τοποθεσία αυτή λέγεται Μπαχαλά Λάκος.
Το αεροπλάνο βρισκόταν γενικά μέσα στην πορεία του, εξ αιτίας όμως της πυκνής ομίχλης που επικρατούσε και ενδεχομένως ισχυρών ρευμάτων έχασε ύψος και παρεξέκλινε.
Αποτέλεσμα ήταν να προσκρούσει στο χείλος της χαράδρας με την κοιλιά, να εκτιναχθεί, να χάσει το ένα φτερό, να διαγράψει ένα ημικύκλιο και να καρφωθεί στο βάθος της μικρής χαράδρας, τέσσερα χιλιόμετρα από τον σταθμό ραντάρ του ΟΤΕ, που είναι και σημάδι του αεροδιαδρόμου και επτά χιλιόμετρα από το χωριό Μεταξά νότια των Σερβίων, σε απόσταση 53 χιλιομέτρων από Κοζάνη.
Οι κάτοικοι του χωριού Μεταξάς άκουσαν την έκρηξη και έσπευσαν αμέσως στον τόπο του δυστυχήματος, αψηφώντας τη χιονοθύελλα. Το αεροσκάφος είχε κοπεί στα τρία και ανθρώπινα πτώματα καίγονταν σε μεγάλη ακτίνα. Η μυρωδιά από καμένες σάρκες γέμιζε την ατμόσφαιρα σε αρκετή απόσταση.
Μετά από περίπου δύο ώρες κατέφθασαν τα σωστικά συνεργεία και διαπίστωσαν ότι αποκλείεται να βρουν επιζώντες. Η αστυνομία έμεινε να φυλάει τα πτώματα όλο το βράδυ, με θερμοκρασίες 10 βαθμών κάτω από το μηδέν, φοβούμενη επιδρομές λύκων και τσακαλιών. Την επομένη, άρχισε το μακάβριο έργο της αναγνώρισης των θυμάτων.
«Συγκλονιστική είναι η αεροπορική τραγωδία που έπληξε χθες τη χώρα μας. Βαθειά είναι η οδύνη για το χαμό των 50 θυμάτων που βρήκαν τραγικό θάνατο ανάμεσα στα πυρακτωμένα συντρίμμια. Μα πιο βαθειά είναι η οργή για της βαρύτατες ευθύνες που προκάλεσαν την τραγωδία. Είναι πολύ νωρίς για να λεχθεί σε ποιον ή σε ποιους ανήκουν οι ευθύνες αυτές. Μα τούτο φαίνεται σίγουρο από τις πρώτες κι όλας εξετάσεις: ότι η τραγωδία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Δεν ήταν ένα μοιραίο αναπόφευκτο αεροπορικό δυστύχημα», έγραφε την επόμενη μέρα η εφημερίδα «Τα ΝΕΑ».
Τα θύματα του τραγικού δυστυχήματος ήταν κυρίως σπουδαστές που πήγαιναν να γραφτούν στα ΚΑΤΕ (σημερινά ΤΕΙ), φαντάροι που επέστρεφαν στα σπίτια τους, ένας συνάδελφός τους που πήγαινε να πάρει το απολυτήριό του, μια νεόνυμφη και δυο τραγουδίστριες που θα ξεκινούσαν σειρά εμφανίσεων στο κέντρο «Αδυναμία» της Κοζάνης.
Ο Τύπος επικέντρωσε την κριτική του στον ανεπαρκή έως ανύπαρκτο τεχνικό εξοπλισμό, όχι μόνο του αεροδρομίου της Κοζάνης, αλλά και πολλών ακόμη ελληνικών περιφερειακών αεροδρομίων.
Ο τότε διοικητής της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, Ηλίας Ντέρος, αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι το αεροδρόμιο της Κοζάνης «δεν είναι από τα καλά», ενώ ο υπουργός Συγκοινωνιών, Γεώργιος Βογιατζής, ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση Καραμανλή θα διέθετε άμεσα 1 δισ. δραχμές για τη βελτίωση της τεχνικής υποδομής των αεροδρομίων.
Από τις κύριες αιτίες της συντριβής του αεροπλάνου θεωρήθηκε με το επίσημο πόρισμα η έλλειψη συστήματος «ραδιοβοηθήματος» στο αεροδρόμιο της Κοζάνης.
Αν υπήρχε ένα VOR – DME (ραδιοβοήθημα που δίνει στον πιλότο πληροφορίες για την απόσταση και την κατεύθυνση που βρίσκεται το αεροδρόμιο), όπως είπαν οι εκπρόσωποι της Ενώσεως Χειριστών, ο κυβερνήτης δεν θα αναγκαζόταν να «σέρνει» το αεροπλάνο μέσα στην χαράδρα του Σαραντάπορου για να προσεγγίσει στο αεροδρόμιο της Κοζάνης.
Ο άνθρωπος που είδε τα τελευταία δευτερόλεπτα της πτήσης ήταν ένας βοσκός, ο Ευάγγελος Παπαγιάννης.
«Είδα το αεροπλάνο πάνω από το κεφάλι μου με το κόκκινο φως να αναβοσβήνει. Τα σκυλιά μου τρόμαξαν και άρχισαν να γαυγίζουν και να κυνηγούν το αεροπλάνο. Έτσι όπως πήγαινε φοβήθηκα. Σήκωσα τα χέρια και άρχισα να φωνάζω. Αλλά αυτό χάθηκε μέσα στην ομίχλη. Άκουσα το θόρυβο και σάστισα», είπε.
Από τους πρώτους που έφτασαν στο σημείο της συντριβής ήταν ο ενωματάρχης Δ. Σωτηρόπουλος, διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος Σερβίων.
«Όταν έφθασα στον τόπο της τραγωδίας, γύρω στις 11, μερικά ανθρώπινα κορμιά καίγονταν ακόμη. Άλλα είχαν τελείως απανθρακωθεί. Μια άμορφη μάζα σαρκών και σιδερικών ήταν πια το αεροπλάνο με τους επιβάτες του. Μερικοί χωρικοί που όμως λένε είδαν το αεροπλάνο να κτυπά στο «μαύρο βουνό», το Φλάμπουρο, και να πέφτει φλεγόμενο, βρισκόντουσαν ήδη εκεί. Είχαν φέρει μαζί τους τσουβάλια και έκαναν απόπειρες να τοποθετήσουν επάνω τα πτώματα για να μην είναι στο χώμα», είπε ο ίδιος.
Ανάμεσα στους «τυχερούς» της τραγωδίας της Κοζάνης ήταν ο Ντίνος Ηλιόπουλος, η Νόρα Βαλσάμη και άλλοι τέσσερις ηθοποιοι, που συμμετείχαν σε παράσταση στη Βόρειο Ελλάδα.
Είχαν το παραδοσιακό ρεπό της Δευτέρας και ήθελαν να κατέβουν στην Αθήνα, με σκοπό να επιστρέψουν με τη μοιραία πτήση. Την τελευτεία στιγμή ακύρωσαν το ταξίδι, με το φόβο του αποκλεισμού στην Αθήνα λόγω των κακών καιρικών συνθηκών.