Στη σύγχρονη, τηλεοπτική πραγματικότητα, ο δημόσιος λόγος εκφεύγει των στενών ορίων που επιτάσσει η κοινοβουλευτική ή εν γένει ζώσα κομματική πραγματικότητα. Η μετάδοση ήχου και εικόνας από μια κοινοβουλευτική αντιπαράθεση δίνει άλλη διάσταση σε μια συνήθη πολιτική αντιμαχία.
Ακόμη πιο σημαντική – λόγω αμεσότητας και ερωτημάτων που τίθενται σε αντίθεση με τους αδιάλειπτους κοινοβουλευτικούς μονολόγους – είναι η τηλεμαχία, το γνωστό σε όλους μας, debate. Η ιστορία των ελληνικών debate αρχίζει το 1990 στο Πάντειο Πανεπιστήμιο με τη συμμετοχή των Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Ανδρέα Παπανδρέου και Χαρίλαου Φλωράκη. Έκτοτε πραγματοποιήθηκαν εννέα τηλεοπτικές αναμετρήσεις, είτε μεταξύ των ηγετών των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, είτε μεταξύ όλων των αρχηγών των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Στα 34 χρόνια από την «ανακάλυψή» της τηλεμαχίας, 9 μόνον αναμετρήσεις δεν είναι πολλές. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τόσο την αδυναμία δομημένου, δημόσιου, πολιτικού διαλόγου μεταξύ των πολιτικών μας ταγών όσο και τη μερικότερη απαξίωση του πολιτικού συστήματος από τους πολίτες. Και όμως: οι τηλεμαχίες των πολιτικών μπορούν όχι μόνον να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον της κοινωνίας, αλλά και να το προκαλέσουν.
Κάτι αντίστοιχο φαίνεται να συνέβη και με το debate των υποψήφιων αρχηγών του ΠΑΣΟΚ την εβδομάδα που μας πέρασε. Περίπου 600.000 τηλεθεατές παρακολούθησαν, έστω μέρος της τηλεμαχίας. Μέγεθος δυσανάλογο του σημερινού πολιτικού εκτοπίσματος της ελάσσονος αντιπολίτευσης. Το ανωτέρω γεγονός μας οδηγεί στα ακόλουθα συμπεράσματα:
- Από το δομημένο (αλλά όχι ασφυκτικά κομφορμιστικό) δημόσιο διάλογο σοβαρών πολιτικών, μεγαλύτερος κερδισμένος ήταν η ίδια η πολιτική. Η τελευταία έχει ρόλο στη ζωή μας και από αυτήν εξαρτάται η εξεύρεση σημαντικών λύσεων. Ο δημόσιος διάλογος όχι μόνον υπηρετεί την πολιτική, αλλά κυρίως την κάνει θελκτική έναντι μιας κοινωνίας που έχε γυρίσει την πλάτη της σε πολιτικούς τιτουλάριους που αμπελοφιλοσοφούν πίσω από κλειστές πόρτες. Η κοινωνία θέλει να ακούει, να μαθαίνει, να συμμετέχει και να επιλέγει.
- Στο κομματικό πεδίο κερδισμένο ήταν το ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Σε μια στιγμή που η εσωκομματική αντιπολίτευση της ΝΔ κατηγορεί την κυβέρνηση για αδιαφάνεια και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί σε κύμβαλον αλαλάζον το ΠΑΣΟΚ αποδεικνύει ότι έχει ικανότατα στελέχη που μπορούν να συνομιλούν δημόσια για ευρύτατη γκάμα θεμάτων, να αναδεικνύουν διαφορές και να επιδιώκουν συγκλίσεις.
- Κερδισμένος και ο ίδιος ο πολίτης που ενημερώνεται και προβληματίζεται όχι μόνον για τον ποιόν θα ψηφίσει, αλλά για το ποια απάντηση είναι η βέλτιστη σε κάθε θέμα που έθιξαν οι συνομιλητές.
- Στο μέτωπο των υποψηφίων κάποιοι τα πήγαν καταφανώς καλύτερα και άλλοι όχι. Ο κ. Δούκας μάλλον επιβεβαίωσε όσους έλεγαν ότι θα ήταν χρήσιμη μια θητεία στο δήμο για να κατανοήσει βασικά ζητήματα πολιτικής που προδήλως αγνοεί. Η κ. Διαμαντοπούλου κατέδειξε ότι εξακολουθεί να αναλύει το σήμερα με φρασεολογία και εργαλεία της περασμένης δεκαετίας. Ο κ. Ανδρουλάκης επιβεβαίωσε την εμπειρία που απέκτησε τόσο από τη θητεία του ως Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ όσο και από την ευρωβουλή. Αυτός, όμως, που μπόρεσε να εμπνεύσει, να συνδυάσει τον πραγματισμό με το όραμα, να αποδείξει βαθιά γνώση της οικονομίας και των ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής ήταν ο Παύλος Γερουλάνος. Εάν, πράγματι, το ΠΑΣΟΚ αναζητεί υποψήφιο πρωθυπουργό, τον έχει. Αρκεί να τον επιλέξει και ως αρχηγό…
Του Αργύρη Αργυριάδη
Δικηγόρου