Η διαπάλη για τον δημόσιο ή μη χαρακτήρα της ΔΕΗ, διαρκεί εδώ και δεκαετίες και πάμπολα κόμματα, πολιτικά, επιχειρηματικά συμφέροντα, κοινωνικοί και συνδικαλιστικοί φορείς και κάθε λογής παράγοντες και παραγοντίσκοι, έχτισαν πραγματικά καριέρες και πλούτισαν πάνω στη βασική πηγή ποιοτικής ζωής, το ηλεκτρικό ρεύμα, που από την πρώτη του παραγωγή άλλαξε πραγματικά την εξέλιξη του κόσμου.
Σήμερα και μετά από την πρόωρη και βιαστική -όπως διαπιστώνεται- τεχνητή απόσυρση του λιγνίτη από την ηλεκτροπαραγωγή της χώρας (βλέπε δικαιώματα εκπομπών CO2) και τη μετάβαση σε μια αβέβαιη χρονικά περίοδο «εθνικής ενεργειακής ανασφάλειας», η ΔΕΗ Α.Ε. ευαγγελίζεται τον μετασχηματισμό της:
– Έχοντας ήδη απομακρυνθεί από τον υψηλά κερδοφόρο τομέα της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), με την είσπραξη κάποιων εκατομμυρίων έναντι αυτού.
– Έχοντας ήδη αποβάλλει ουσιαστικά ως Εταιρεία τις υποχρεώσεις της ως ηλεκτροπαραγωγός στα Ενεργειακά Κέντρα Δυτικής Μακεδονίας και Μεγαλόπολης, μετά την πρωθυπουργική εξαγγελία περί άμεσης απολιγνιτοποίησης της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής, συνεπώς και τα κόστη της ως υπόχρεος διενέργειας των περιβαλλοντικών αποκαταστάσεων τόσο στα εξοφλημένα, όσο και στα ήδη ανοικτά Ορυχεία της.
– Έχοντας ήδη διαθέσει το 49% της θυγατρικής εταιρείας ΔΕΔΔΗΕ, με σταθερή προοπτική και κερδοφορία, προς επίτευξη του επενδυτικού της προγράμματος και δίχως με τα σημερινά δεδομένα να αλλάζει η εταιρική της διοίκηση (management).
– Έχοντας ήδη ανακοινώσει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, με αποφασισμένη τη συνειδητή υποχώρηση των βασικών μετόχων του Δημοσίου (ΕΕΣΥΠ-Υπερταμείου και ΤΑΙΠΕΔ), στην κατάσταση μετόχου μειοψηφίας με αυξημένα δικαιώματα (minority block).
Οι εν λόγω αναφορές, που είναι γνωστές πλέον σε όλους, παρότι επιφέρουν εισροή νέων κεφαλαίων στον Όμιλο, παρά ταύτα γίνονται δίχως οραματικό σχεδιασμό, αφού είναι ένα επιχειρησιακό σχέδιο διαχείρισης της επόμενης ημέρας (μετά τον λιγνίτη), για μια Επιχείρηση που αποστερείται βιαίως μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που σημαίνουν εταιρικό οικονομικό πλεονέκτημα, αναζητεί ξαφνικά τον μετασχηματισμό της μέσω αμφίβολων αγορών εταιρειών στη Βαλκάνια κ.λπ.
Επιπλέον και την ώρα που γίνονται όλα αυτά, θα ήταν χρήσιμο και σκόπιμο να έχουν απαντηθεί ήδη από τη Διοίκηση του Ομίλου και το υπερκείμενο αρμόδιο Υπουργείο (ΥΠΕΝ), τα ακόλουθα ενδεικτικά ερωτήματα:
– Ποιός διασφαλίζει την πιθανότητα, μετά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και την παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος, να μην υπάρξει πώληση ποσοστού από ΕΕΣΥΠ ή ΤΑΙΠΕΔ και διεκδίκηση του management της Εταιρείας από τους δυνητικούς επενδυτές και άλλους μετόχους, οπότε πλέον θα μιλάμε για άλλη Εταιρεία, με ενδεχόμενες άλλες στρατηγικές και επιχειρησιακά σχέδια;
– Γιατί καθυστερούν συγκεκριμένες ανακοινώσεις και δράσεις περί της διατήρησης ενεργούς παρουσίας της ΔΕΗ σε Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη, δεδομένου ότι οι καθυστερήσεις αυτές, οδηγούν τόσο τις τεχνικές εταιρείες, όσο και τους εργαζόμενους των περιοχών αυτών που απασχολούνται στις δραστηριότητες της ΔΕΗ σε εργασιακή μετανάστευση, με ότι αυτό σημαίνει για την προοπτική των τοπικών κοινωνιών;
– Ποιά θα είναι η εξέλιξη των θυγατρικών Εταιρειών «Λιγνιτική Μεγαλόπολης ΜΑΕ» & «Λιγνιτική Μελίτης ΜΑΕ», στα πλαίσια των χρονοδιαγραμμάτων απόσυρσης των λοιπών ΑΗΣ της μητρικής Εταιρείας;
– Γιατί δεν αποσαφηνίζεται τεχνικά, η γενικόλογη ακόμη αναφορά περί της μετατροπής του λιγνιτικού ΑΗΣ Πτολεμαϊδας V σε μονάδα φυσικού αερίου, που αφήνει αβεβαιότητες για το μέλλον της πιο ακριβής εθνικής ενεργειακής επένδυσης τα τελευταία χρόνια.
– Πώς εξηγείται η πρωτοφανής αύξηση των Γενικών Διευθύνσεων και των επακόλουθων υφιστάμενων δομών τους, με στελέχωση και από την «αγορά» μέσω ουσιαστικά αδιαφανών διαδικασιών, αναφορικά με τα προσόντα τους, την αποτελεσματικότητά τους και την «προκλητική» πολλές φορές ανέλιξή τους στην υπηρεσιακή ιεραρχία;
– Πώς δικαιολογείται η διαρκής και «άναρχη» αναζήτηση παροχής υπηρεσιών από Τρίτους και μάλιστα από υπηρεσιακούς παράγοντες που έχουν συνάψει συμβάσεις με την Εταιρεία, ως «Experts» στο υπηρεσιακό τους αντικείμενο, την ώρα που σειρά έμπειρων στελεχών της Επιχείρησης ουσιαστικά παραγκωνίζονται, υποβαθμίζονται και περιθωριοποιούνται στην εργασιακή τους καθημερινότητα;
Ως ΣΔΜ, σύμφωνα με τις διαχρονικές μας θέσεις και απόψεις επί των ζητημάτων της εκάστοτε στρατηγικής κατεύθυνσης της Επιχείρησης, είχαμε ακόμη και διαφορετικές θέσεις και προτάσεις, αποφεύγοντας όμως κάθε φορά τους πειρασμούς των λαϊκισμών, των ανέξοδων δηλώσεων εξυπηρέτησης μικροσκοπιμοτήτων και απλής συνδικαλιστικής πρακτικής.
Έτσι, παρότι από τους διοικούντες επιχειρείται να εισέλθει «νέος αέρας μετασχηματισμού και φρέσκο χρήμα» στην Επιχείρηση, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί το άλλοθι για να αποκαθηλωθεί άρδην η επιτυχημένη διαδρομή και το εθνικό κεφάλαιο που αποτελεί μια Επιχείρηση του μεγέθους της ΔΕΗ. Δεν μπορεί να είναι αποδεκτή η εξυπηρέτηση πρόσκαιρων οικονομικών επιδιώξεων, με ταυτόχρονη όμως αλλοτρίωση του χαρακτήρα και του διαχρονικού οράματος μιας ιστορικής Επιχείρησης, που θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο στους εκάστοτε επενδυτές, στα στελέχη και στο ανθρώπινο δυναμικό της Εταιρείας, σαφέστερα όμως στην ελληνική κοινωνία, ότι το σήμα ΔΕΗ (με ή χωρίς την αστραπή), θα παραπέμπει πάντα στην εθνική ενεργειακή ασφάλεια και θα αποπνέει αίσθημα σιγουριάς στον πολίτη.
Ωστόσο και δεδομένου ότι δεν υπάρχουν επαρκείς απαντήσεις στα ζητούμενα που ενδεικτικά αναφέρθηκαν, όπως για την απόφαση της Διοίκησης της ΔΕΗ για την Αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου της Επιχείρησης, δίχως συμμετοχή του Δημοσίου και λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις, τις προοπτικές του κλάδου ηλεκτρικής ενέργειας σε Ελλάδα και Ευρώπη ευρύτερα, την ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή της ΔΕΗ, τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις για τον καταναλωτή, όπως και για τον Έλληνα πολίτη, αναγνωρίζοντας την κρισιμότητα των οικονομικών στοιχείων, την πλήρη απολιγνιτοποίηση της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής με την οριστική απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας και την παραχώρηση του 49% του ΔΕΔΔΗΕ,
συμμετέχουμε στην 24ωρη απεργία που εξήγγειλε η ΓΕΝΟΠ για την Τρίτη 19/10/2021.
Ο ΣΔΜ στηρίζει τις συγκεκριμένες κινητοποιήσεις, με βασικό γνώμονα ότι οι όποιες επιλογές των Διοικήσεων, θα πρέπει να είναι οι βέλτιστες δυνατές τόσο για τις Εταιρείες, όσο και για τους εργαζομένους σε αυτές, αλλά και την κοινωνία συνολικότερα.