Στο χωριό μου λέγανε αν έβλεπες άσχημο όνειρο το φθινόπωρο , να μην ανησυχείς, «δεν βγαίνει», γιατί πέφτουν τα φύλλα. Δεν ξέρω, δεν μπορώ να εξηγήσω τον στοχασμό που οδηγούσε σ’ αυτό το συμπέρασμα, όπως δεν ρώτησα να μάθω αν και στην εύνοια κάποιου ονείρου ισχύει (απογοητευτικά) το ίδιο. Αν θυμάμαι καλά, κάποιοι μιλούσαν για το θρόισμα των φύλλων όταν πέφτουν, ότι ανησυχούν τον ύπνο μας και αυτό ταράζει τα όνειρά μας. Τι να πεις, θέματα παραψυχολογίας του ανθρώπινου νου, που αδυνατεί να καταλάβει τα γράμματα και τη γραφή του πεπρωμένου του.
Το λεωφορείο της γραμμής, Κάτω Χώρα – Άνω Χώρα, θα ξεκινούσε όπως τόχε στο πρόγραμμα την ίδια ακριβώς νυχτερινή ώρα, ακολουθώντας την ίδια ακριβώς διαδρομή, έχοντας κλείσει ακριβώς τις θέσεις των επιβατών. Απλά τώρα τελευταία οι περισσότερες στάσεις, αυγάτιζαν τον αριθμό των επιβαινόντων κάτι που ανησυχούσε τους ελεγκτές κυκλοφορίας, μήπως υποχρεωθούν να βάλουν και άλλο λεωφορείο, για τις ανάγκες του δρομολογίου. Όχι ότι τους ήταν δύσκολο, αφού όλα τα κανόνιζαν σε μεγάλο ποσοστό οι επιβάτες. Αυτοί μέσα από μηχανισμούς ενδοσυνεννόησης, κατάφερναν να εξαλείφουν κάθε προσπάθεια που θα εμπόδιζε την ειλημμένη και αδιαπραγμάτευτη απόφασή τους, να καταλάβουν θέση στο λεωφορείο.
Πολλές φορές γι’ αυτή τη θέση έγιναν ομηρικοί καυγάδες ανάμεσα στους ελεγκτές κυκλοφορίας και τους υποψήφιους επιβάτες που τους οδήγησαν στα δικαστήρια. Άλλες φορές, σε αυτοδικίες και συγκρούσεις, που επιβάρυναν ακόμα πιο πολύ την διεκδικούμενη θέση. Μέχρι που για να εξασφαλίσουν με μεγαλύτερο σθένος, από τους απελπισμένους ελεγκτές το περιβόητο εισιτήριο, κάποιοι υπέγραφαν και έγγραφες δηλώσεις, προκειμένου να εξαλείψουν κάθε αντίδραση.
Έτσι με συμπληρωμένο τον αριθμό επιβατών από κάθε στάση και αφού οι δείκτες των ρολογιών άφηναν πίσω τους το φως της μέρας, το λεωφορείο της γραμμής Κάτω Χώρα – Άνω Χώρα προθέρμανε τις μηχανές του και ήταν έτοιμο να λύσει χειρόφρενο. Ήταν ένα περίεργο λεωφορείο με αποκλειστική χρήση που κανένας άλλος δεν δικαιούται τις υπηρεσίες του, πλην όλων εκείνων που ΘΥΣΙΑΖΑΝ ακόμα και τη ΖΩΗ τους, για να διασφαλιστεί η λειτουργία του. Την σκοτεινή φιγούρα του την είχαν διακοσμήσει με ανατριχιαστικά γκράφιτι και γραφές «διανοούμενοι» του τρόμου, με περίεργα σχόλια όπως κτυπήστε το φόβο και την απόγνωση, ελευθερία στους αναλώσιμους, κάνουμε πάρτι σε ΜΕΘ χωρίς κρεβάτι και πολλά άλλα. Πίσω από τα σκούρα τζάμια του, διέκρινες στο λυκόφως τους πρώτους επιβάτες ακίνητους, χωρίς αχρείαστες αποσκευές, να έχουν πάρει στάση για μακρινό ταξίδι.
Εντύπωση έκανε η απελπιστική μοναξιά του χώρου. Κανείς δεν μπόρεσε να έλθει για μια ευχή για ένα κατευόδιο των «ταξιδιωτών». Μονάχα οι ελεγκτές κυκλοφορίας τσέκαραν για μια ακόμα φορά τους επιβαίνοντες ελπίζοντας να κάνουν λάθος και να μην χρειαστεί άλλο δρομολόγιο. Ο μυστηριώδης οδηγός του, που κανένας ποτέ δεν είχε δει, άδειασε τα γκάζια του στα κουρασμένα μάτια των ελεγκτών που είχαν σηκώσει τα χέρια και άρχισε να ανηφορίζει μέσα από μια περιδίνηση καπνών σ’ ένα σκοτεινό τούνελ.
Ο θόρυβος του αέρα στο παντζούρι του παραθυριού μου μ’ έκανε να τιναχτώ από τον ύπνο μου. Η εικόνα από το λεωφορείο που χανόταν στο σκοτεινό τούνελ, στο όνειρό μου, με αναστάτωσε, δημιουργώντας απίθανους παραλληλισμούς στη σκέψη μου. Προσπάθησα να συγκρατήσω τους συλλογισμούς μου και να χαλαρώσω από την επιρροή του εφιάλτη. Η επίδραση του παράλογου στην αδυναμία του ανθρώπου να το εξηγήσει, μου θύμισε τι λέγανε στο χωριό μου. «Ότι το φθινόπωρο που πέφτουν τα φύλλα, τα άσχημα όνειρα δεν βγαίνουν, γιατί το θρόισμα των φύλλων ανησυχεί τον ύπνο μας και ταράζει τα όνειρά μας». Μακάρι…