Σημειώνει σε ομιλία του ο λογοτέχνης πολιτικός και δικηγόρος Κ. Τσιτσελίκης γα την πρώτη ώρα της απελευθέρωσης της Κοζάνης.
Β. Π.Κ.
……………..
….Άγνωστοι και αόρατοι διαγγελείς φέρουν την είδησι: Οι Έλληνες πέρασαν τη Γέφυρα του ποταμού. Ο στρατός του Ταχσίν Πασσά και του Ομέρ Βέη τραβάει προς το Καρατζιλάρ για το Χάντοβο.
– Τες καμπάνες μπρε! Τες καμπάνες. Ήρθαν οι Ελληνοι… Ο Ζάχος αρχίζει να κλαίη και να με φιλάη. Πετάει το κόκκινο φέσι και τα άσπρα του μαλλιά ανεμίζουν από το γλυκό βορηαδάκι. Τραβούμε για την υποδοχή του Ελληνικού στρατού. Μπροστά στο σπίτι του Παυσανία Πολυζούλη μαζεμμένος πολύς κόσμος. Ο Δεσπότης, ο γέρων Φώτιος με τα χρυσά του άμφια και τη Βυζαντινή πατερίτσα του ευλογεί και κλαίη ανοίγουμε το πλήθος και προχωρούμε. Ένας Κένταυρος, ένας ημίθεος με το σπαθί γυμνό επάνω στο μαύρο του άλογο, και με το τιμημένο Ελληνικό στέμμα στο κεφάλι στέκει σαν άγαλμα στη μέση του πλήθους. Είναι μαυρισμένος από τον πόλεμο και τα μάτια του δακρυσμένα από τη συγκίνησι.
Δεν μιλάει. Κυττάζει μόνον τα αντικρυνά βουνά του Αηλιά για να ανακαλύψη εχθρό: Το άλογο του και αυτός είνε τυλιγμένοι μέσα σε μια τεράστια μεταξωτή γαλάζια σημαία. Ποιος τον τύλιξε; Που βρέθηκεν η ελληνική σημαία στην Κοζάνη; ένας γέρος Κοζανίτης με άσπρα μακρυά μαλλιά γονατίζει και με κλάμματα φιλάει τα ρουθούνια του αλόγου του. Τα κορίτσια του βάζουν βασιλικό και χρυσάνθημα στα χαλινάρια, στα λουριά, στη θήκη του σπαθιού του.
Είναι ο πρώτος Έλλην ιππέας που μπήκεν ως ανιχνευτής μέσα στην Κοζάνη. Έμαθα το ονομά του Μακρής από την Τσαριτσάνη. Ζη ή πέθανε; Δεν ξέρω. Η Κοζάνη δεν θα τον λησμονήση. Μια μέρα πρέπει να κάμη τον ανδριάντα του στην είσοδο της πόλεως.
11 Οκτωβρίου 1928