Διανύουμε την Ευρωπαϊκή Εβδομάδα Κινητικότητας (ΕΕΚ), θεσμός που συμπληρώνει φέτος 20 χρόνια ζωής. Ήδη από την έναρξη του συγκεκριμένου θεσμού, οι βιώσιμοι τρόποι μετακίνησης και ο οικολογικός τρόπος ζωής τέθηκαν στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών πολιτικών, ειδικά σήμερα όμως η έννοια της βιώσιμης αστικής κινητικότητας είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
Όπως και την προηγούμενη χρονιά, η εν λόγω βδομάδα είναι και ιδιαίτερη, αφού οι εκδηλώσεις γίνονται για δεύτερη φορά εν μέσω κορωνοϊού κι ενώ στη χώρα μας έχουν περάσει μόλις λίγοι μήνες από την περίοδο των περιοριστικών μέτρων. Γι’ αυτό και το κεντρικό της σύνθημα «Είμαστε Υγιείς και Ασφαλείς με τη Βιώσιμη Κινητικότητα», έχει ως στόχο η πανδημία να αποτελέσει αφορμή για να συνειδητοποιήσουμε ότι οι ήπιοι τρόποι μετακίνησης είναι καταλύτης για τη δημιουργία φιλικών, προσβάσιμων και ανθρωποκεντρικών πόλεων.
Είμαι σίγουρη ότι η κυβέρνηση και τα συναρμόδια Υπουργεία θα περιοριστούν στη διοργάνωση εκδηλώσεων και εορτασμών, άλλωστε όλοι γνωρίζουμε ότι παίρνουν «άριστα» στην επικοινωνία. Δυστυχώς όμως, οι ικανότητες της ΝΔ όσον αφορά και στη βιώσιμη αστική κινητικότητα εξαντλούνται εκεί, σε αποσπασματικές δράσεις και φιέστες μια βδομάδα το χρόνο, οι οποίες δεν αποτελούν τμήμα ενός ευρύτερου σχεδιασμού ή κάποιας στρατηγικής.
Αλλά και οι όποιες πολιτικές της κυβέρνησης φανερώνουν τις απαρχαιωμένες αντιλήψεις της πολιτικής ηγεσίας και το πόσο απέχει η κουλτούρα τους από την κοινωνική βιωσιμότητα. Κι ενώ συζητάμε για μια Ευρώπη ουδέτερη ως προς τις εκπομπές άνθρακα το 2050, για την προστασία του περιβάλλοντος και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στην πόλη, πολλά είναι τα παραδείγματα που υποδεικνύουν ότι η ΝΔ βρίσκεται σε τελείως αντίθετη κατεύθυνση.
Τι να πρωτοαναφέρω, την Οδύσσεια με την ανανέωση του στόλου των λεωφορείων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη; Είναι επιλογή της κυβέρνησης ότι ακύρωσε το διαγωνισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος σήμερα θα είχε ολοκληρωθεί και θα κυκλοφορούσαν στους δρόμους νέα, σύγχρονα οχήματα, με καθαρά καύσιμα και φιλικά τόσο προς το περιβάλλον όσο και προς το χρήστη. Είναι επίσης επιλογή της κυβέρνησης ότι αντί για τα παραπάνω λεωφορεία, εδώ και μήνες κυκλοφορούν μεταχειρισμένα, παλαιάς τεχνολογίας, ρυπογόνα οχήματα, ακατάλληλα (π.χ. χωρίς παράθυρα εν μέσω κορωνοϊού) και μάλιστα πανάκριβα – όσα κυκλοφορούν φυσικά, γιατί κάποια ακινητοποιήθηκαν πριν καν κυκλοφορήσουν. Όσο για το διαγωνισμό, έχουν περάσει πάνω από δυο χρόνια και έχουμε χορτάσει από εξαγγελίες. Οι τελευταίες αναφέρουν δημοπράτηση του έργου τις επόμενες μέρες, ακόμα κι αν ισχύει αυτό όμως, καινούρια λεωφορεία δε θα δούμε πριν το τέλος του 2023.
Περίπου τότε θα δούμε και ηλεκτρικά λεωφορεία, ελπίζοντας κάποια στιγμή σε διείσδυση της ηλεκτροκίνησης στα ΜΜΜ, εκτός κι αν για την κυβέρνηση αυτό έχει επιτευχθεί με τα λιγοστά οχήματα που εκτελούν δοκιμαστικά δρομολόγια στην Αθήνα – αν δεν κάνω λάθος ο Υπουργός Υποδομών & Μεταφορών πρόσφατα εγκαινίασε με τυμπανοκρουσίες το 5ο.
Και στην ηλεκτροκίνηση, η ΝΔ, ελλείψει στρατηγικού σχεδιασμού, έχει να επιδείξει μόνο μεμονωμένα εγχειρήματα, όπως αυτό της Αστυπάλαιας και κατά τα άλλα περιορίζεται σε επιδοματικές πολιτικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πρόγραμμα ‘Κινούμαι Ηλεκτρικά’, το οποίο, παρά τις ενθουσιώδεις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών για το πόσο πετυχημένο είναι, δε φαίνεται μέχρι σήμερα να εξυπηρετεί το σκοπό του, λόγω λανθασμένου σχεδιασμού. Η συντριπτική πλειοψηφία των αιτήσεων αφορά σε ηλεκτρικά ποδήλατα, τα αυτοκίνητα αφορούν λίγους και προνομιούχους, οι αιτήσεις για ταξί είναι ελάχιστες, ενώ και τα ποσοτικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά για τη χαμηλή απορρόφηση του προγράμματος.
Δεν ξεχνάμε και τον Μεγάλο Περίπατο, μια «μεγάλη» ιδέα που κατέληξε σε φιάσκο. Έγιναν παρεμβάσεις που δυσχεραίνουν την πρόσβαση του αυτοκινήτου στην πόλη, χωρίς όμως να προσφέρεται αξιόπιστη εναλλακτική στους χρήστες. Χωρίς να δίδεται χώρος σε πεζούς και ποδήλατα, χωρίς αναβάθμιση των ΜΜΜ, χωρίς δίκτυο ποδηλατοδρόμων, χωρίς πολιτική στάθμευσης. Και φυσικά χωρίς διαβούλευση, όπως έχουμε συνηθίσει να συμβαίνει τα τελευταία δυο χρόνια. Ένα έργο με μεγάλη προχειρότητα, το οποίο μάλιστα κόστισε και 2 εκ. ευρώ για υποδομές που ξηλώθηκαν ή θα ξηλωθούν. Και το χειρότερο, έπειτα από αυτή την αποτυχία, οποιοδήποτε μελλοντικό εγχείρημα για ήπιες μορφές μετακίνησης κινδυνεύει να «καεί».
Ακόμα και η ψήφιση του νομοσχεδίου για τα Σχέδια Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ) άργησε πολύ, τη στιγμή που ήδη επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ επεξεργαζόμασταν στο Υπουργείο Μεταφορών σχετικό σχέδιο νόμου. Έτσι είμαστε ακόμα πολύ μακριά από την ανάπτυξη και προώθηση των ΣΒΑΚ.
Ως αποτέλεσμα των άστοχων πολιτικών της κυβέρνησης, δυστυχώς η «στροφή» αυτή των πολιτών σε ήπιες μορφές μετακίνησης κατά την περίοδο του lockdown μοιάζει να ήταν απλά μια παρένθεση στην υπό κανονικές συνθήκες ζωής στην πόλη. Εδραιώθηκε και πάλι η απόλυτη κυριαρχία του Ι.Χ. στους δρόμους, αλλά και η διάκριση των πολιτών με ταξικούς όρους. Με την κατάσταση που επικρατεί στα ΜΜΜ, όσοι εργαζόμενοι είναι σε θέση να κινηθούν με ΙΧ το επιλέγουν για τις καθημερινές τους μετακινήσεις, για την υγεία και την ασφάλειά τους. Οι μη «έχοντες» ρισκάρουν και συνωστίζονται στα ΜΜΜ…
Φαίνεται λοιπόν ότι ο σκοπός της ΕΕΚ για υγεία και ασφάλεια κατά την πανδημία μέσω των ήπιων μορφών μετακίνησης, θα περιοριστεί την τρέχουσα εβδομάδα και δεν επιτυγχάνεται στην πράξη. Δυστυχώς, οι επιλογές της ΝΔ μας απομακρύνουν από το στόχο της μετάβασης σε καθαρές, ανθρώπινες και βιώσιμες πόλεις. Για να πετύχουμε το στόχο αυτό, πρέπει να αλλάξουν πολλά, αν δεν αλλάξει όμως η κουλτούρα της κυβέρνησης ως προς την πολιτική των μεταφορών, δυστυχώς θα χάνεται κάθε «παράθυρο ευκαιρίας» για να αλλάξει και η κουλτούρα των πολιτών.
Εμείς από πλευράς μας θα συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε όλο το χρόνο και όχι μια εβδομάδα για πόλεις σύγχρονες, αειφόρες, προσβάσιμες, σχεδιασμένες για το ποδήλατο, το περπάτημα και την ποιοτική και αξιόπιστη συγκοινωνία.