Από τις τρεις η ώρα σήμερα αναπαύεται στη γη των Αλωνακίων πλήρης ημερών ο αγαπητός Γιάννης Χριστοφορίδης. Η είδηση για τον θάνατο του με βρήκε γράφοντα και διορθώνοντα για το χωριό των γονέων του, την Κουνάκα της Ματσούκας του Πόντου. Πιο συγκεκριμένα για τον ιερέα του χωριού αυτού, τον π. Ιωάννη Τσεκερίδη.
Τον Γιάννη Χριστοφορίδη τον γνώρισα ως μαθητής πρώτης γυμνασίου του Βαλταδώρειου Γυμνασίου Κοζάνης, όταν κάναμε πρόβες για την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1959 δίπλα στο στρατόπεδο και πάνω από το στάδιο της Κοζάνης. Αυτός είχε κατεβάσει για πρόβες το τμήμα παρέλασης του σχολείου του. Πανέξυπνος άνθρωπος ο Γιάννης κάλυψε με την ίδρυση του ιδιωτικού του γυμνασίου ζωτική εκπαιδευτική ανάγκη της Κοζάνης, που δεν μπορούσε να καλύψει το ελληνικό δημόσιο με τα δύο μόνο γυμνάσιά του, ένα αρρένων και ένα θηλέων. Πολλά παιδιά που ήθελαν να σπουδάσουν δεν μπορούσαν. Αυτό το κενό κάλυψε πλήρως ο Γιάννης με το ιδιωτικό του γυμνάσιο.
Ήταν ένας ψηλός και ευθυτενής νεαρός άνδρας, πολύ ωραίος και χαριτωμένος στην εμφάνιση, γιοσμάς αληθινός με όλη τη σημασία της ποντιακής λέξεως. Διευθυντής τότε και ιδιοκτήτης του ιδιωτικού γυμνασίου είχε σε απόλυτη τάξη το τμήμα παρέλασης του σχολείου του. Μου είχε εντυπωσιάσει το όλο του παράστημα και η σοβαρότητα του ύφους του.
Οι δρόμοι μας χώρισαν. Όταν επανέκαμψα στην Κοζάνη, ύστερα από τις σπουδές στην Αθήνα, τη στρατιωτική θητεία και τις μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία ξανανταμώσαμε, ως συνάδελφοι πλέον, στο Πειραματικό Γυμνάσιο Κοζάνης. Ήταν ώριμος στη σκέψη, μειλίχιος στο λόγο, ευγενής στη συμπεριφορά, και έπαιρνε πολύ σωστές θέσεις πάνω σε παιδαγωγικά, εκπαιδευτικά και κοινωνικά θέματα. Εκτίμησα πολύ τη συγκροτημένη προσωπικότητά του. Γίναμε φίλοι. Όταν έμαθε ότι είμαι πατέρας πέντε παιδιών, γνωρίζοντας από την πατρική του οικογένεια (6 αδέλφια) τις δυσκολίες που συνδέονται με την πολυτεκνία, μου είπε με άκρα εμπιστευτικότητα: «Γιώργο, ό,τι χρειαστείς είμαι εδώ. Και δεν θα το μάθει κανείς. Ούτε και η γυναίκα μου». Τον ευχαρίστησα για την ευγένειά του και το πνεύμα συναντίληψης που τον διέκρινε. Δεν χρειάστηκα βέβαια τη βοήθειά του. Αλλά μου έκανε εντύπωση ο δοτικός του τρόπος, η προθυμία του να βοηθήσει, το αλληλέγγυο του χαρακτήρα του.
Με την εγκατάστασή του στη Θεσσαλονίκη μετά τη συνταξιοδότησή του χώρισαν και πάλι οι δρόμοι μας. Δεν έπαψε όμως η μέσω τηλεφώνου συχνή επικοινωνία μας. Λίγες φορές συναντηθήκαμε κι όλας είτε στη Θεσσαλονίκη είτε στην Κοζάνη. Αισθάνθηκα δε μεγάλη υποχρέωση και ευγνωμοσύνη ταυτόχρονα, όταν η εκλεκτή σύζυγός του, η κυρία Ελένη, με ειδοποίησε άμεσα στην τελευταία περιπέτεια της υγείας του, προκειμένου να τον συμπεριλάβουμε στις προσευχές μας, «επειδή σας αγαπάει πολύ». Η σκυτάλη της προσευχής παραδόθηκε και στην Ι. Μονή του Μικροκάστρου, όπου μονάζει μαθήτριά του, η οποία υπερεκτιμούσε και τον τρόπο διδασκαλίας του και την πρόθεσή του να μη χάνεται ποτέ χρόνος από τη διδασκαλία.
Αγαπητέ μας Γιάννη, ο Θεός, τον οποίο λάτρευες ειλικρινά, σου χάρισε οικογένεια κατά την καρδία σου και ζηλευτή μακρότητα ημερών. Τώρα σε κάλεσε κοντά του ύστερα από πολύ μικρής διάρκειας ασθένεια, για να μείνεις στη μνήμη όλων μας όπως ήσουν στις καλές ημέρες σου. Αυτές οι σκέψεις και προ παντός ο αδαμάντινος χαρακτήρας σου, που λαμβάνεται υπόψη από τον δικαιοκρίτη Κύριο, είθε να παρηγορήσουν την εκλεκτή σύζυγο και τα άξια κατά πάντα παιδιά σου, τον Δημήτρη και τον Νίκο. Αιωνία σου η μνήμη.