«Μίαν κι άλλο ’σην ζωή μ’ σο πεγάδι μ’ σην αυλή μ’ νέροπον ας έπινα, όι όι και τ’ ομμάτα μ’ έπλυνα.»
Στις 19 Μαΐου 1919 – που ορίστηκε ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας – ο Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα και ξεκινάει πλέον και τυπικά η τελευταία και πιο άγρια φάση του σχεδίου εξόντωσης του Ελληνικού πληθυσμού στον Μικρασιατικό Πόντο. Η εικόνα για τον ακριβή αριθμό των θυμάτων δεν είναι σαφής. Σύμφωνα με μελετητές, ξεπέρασε τις 353.000.
Η απόδοση δικαιοσύνης ξεκινά με τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας, πράξη που συνιστά ηθικό και ιστορικό καθήκον της διεθνούς κοινότητας έναντι των χιλιάδων νεκρών και έναντι των νεότερων γενιών. Η αναγνώριση είναι ο ύστατος φόρος τιμής και σεβασμού στη μνήμη, τον πολιτισμό και τη μακραίωνη ιστορία ενός λαού, που υπέστη τη γενοκτονία.
Το 1923 με την Συνθήκη της Λωζάνης, πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων και μέσα στη συμφωνία της συνθήκης περιλαμβανόντουσαν και οι χριστιανοί κάτοικοι του Πόντου. Η πλειονότητα των Ποντίων προσφύγων που ήρθαν τότε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Κοζάνης προέρχονταν από αγροτικές περιοχές του Πόντου. Στους τόπους που εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες και παρά τις δυσκολίες ενσωμάτωσης και ένταξης της πρώτης γενιάς, κατάφεραν να προκόψουν με τον δυναμισμό τους και τις αξίες τους, την πίστη στην οικογένεια και την κοινότητα, την εργατικότητα και την εφευρετικότητά τους.
Ο Δήμος Κοζάνης αποτελεί πλέον ένα ενιαίο κοινωνικό σύνολο, ένα χαρακτηριστικό δείγμα συνύπαρξης και συνεργασίας όπου οι ιδιαιτερότητες του καθενός αποτελούν πλούτο και όχι λόγο αντιπαλότητας και αυτό οφείλουμε να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού.