Μέσα απ’ τα κομμένα σίδερα και τα τριμμένα τσιμέντα, στην οιμωγή των σκιών των ερειπίων, εκεί αντιπαλεύει η ζωή το θάνατο. Εκεί ο πόνος γίνεται αδελφός και ο θρήνος ύμνος των ανθρώπων, στα ακατάσχετα αποθέματα ψυχής.
Εκεί, μέσα από τη ζοφερή μανία του εγκέλαδου το βογγητό της γης, κραυγή στης νύχτας τη σιωπή που αργοσβήνει στο μετέωρο μιας αξημέρωτης αυγής. Εκεί, η απελπισία αρπάχτηκε απ’ την ελπίδα και αφουγκράζεται τις ανάσες που διακόπτουν το ρόγχο του θανάτου, στο μάγμα των σωρών που κάλυψε την πόλη.
Εκεί, που ο κόσμος άλλαξε σε 70 δεύτερα με 7,8 ρίχτερ και είδε το θηρίο να βρυχάται κάτω από τα πόδια του, εκεί και τότε κατάλαβε, πόσο μικροί και αδύναμοι είμαστε στα χέρια του Θεού. Πόσο μικροί και αδύνατοι είμαστε στα φαινόμενα της φύσης. Πόσο μικρός είναι ο κόσμος μας για να τον χωρίζουμε σε μερίδια που μας διαιρούν.
Εκεί, αδελφέ μου γείτονα είδα ότι μοιάζουμε, σαν δυο σταλαγματιές από το ίδιο δάκρυ. Εκεί το χέρι μου έσφιξε μαζί με του Πατέρα που έσφιγγε το χεράκι της νεκρής Κόρης του στα συντρίμμια της οικοδομής τους και η καρδιά μου ράγισε.
Εκεί, στη μέση της κόλασης κάτω από τους σορούς της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, φάνηκε η εντιμότητα στο πρόσωπο μιας υπέροχης γυναίκας που ανέσυραν οι διασώστες και ψέλλιζε τα χρωστούμενα που είχε στο τεφτέρι της να τα πληρώσουν οι συγγενείς της που θα επιζήσουν. Εκεί, κάτω από τις τσιμεντένιες ταφόπλακες που δεν μπορούσαν να σβήσουν τα όνειρα των ανθρώπων, τράβηξαν οι διασώστες το νεαρό αγόρι, ήταν δεν ήταν 10 ετών και τους παρακαλούσε να βρουν και το μικρό βάζο που είχε τις οικονομίες του, για να βοηθήσει την οικογένειά του να πάρουν άλλο σπίτι.
Εκεί, στη οδύνη και τον ορυμαγδό των ανθρώπων, φάνηκαν, ξεπρόβαλλαν δυο μάτια, δυο ματάκια μέσα από τόνους μπάζα, που είχαν το φως του κόσμου όλου και ένα χαμόγελο που γλύκαινε όλη την πίκρα του κακού. Ήταν ένα μωρούλι μόλις λίγων μηνών που νίκησε το θάνατο.
Εκεί, όπου η ζωή παζάρεψε με το θάνατο, τον ομφάλιο λώρο της ανάστασης από τη νεκρή μάνα, δίνοντας υπόσχεση συνέχειας μέσα από τη φρίκη.
Εκεί, στο χαλασμό που ο ανθρώπινος νους παραφρονεί, η μικρή Ιρίν, αν δεν κάνω λάθος το όνομα, έδωσε μαθήματα κυριαρχημένης συγκρότησης χαρακτήρα, λέγοντας στους διασώστες που την ενθάρρυναν να φάει κάτι – ότι δεν της έγιναν ακόμα οι απαραίτητες εξετάσεις…, δείχνοντας με τη φωνούλα της ότι όλα θα ξαναγίνουν στην ώρα τους.
Εκεί, που ο Χάρος έστησε το ύπουλο καρτέρι του, η μόλις ενάμιση χρονών αδελφούλα – Όχι Θεέ μου τι βλέπουμε- ανασήκωνε τη σκονισμένη μπλουζίτσα της να θηλάσει το μωρό αδελφάκι της σε μια απίστευτη αυταπάρνηση. Εκεί, ναι εκεί, αυτός ο κόσμος, αυτά τα περιούσια παιδιά, έδειξαν το δρόμο για έναν άλλο κόσμο.
Εκεί… Ναι εκεί, που τα ρίχτερ χόρευαν με τις τεκτονικές πλάκες και τα έγκατα της γης φθονούσαν τον πάνω Κόσμο. Εκεί ανάμεσα στο τρόμο και στην απόγνωση φάνηκε η αλληλεγγύη των ανθρώπων. Έξω από φυλές και χρώματα, πέρα από θρησκείες και εθνόσημα, χωρίς διχαστικές μικρότητες και μίζερους καιροσκοπισμούς, φώναξε μ’ όλη τη δύναμη της καρδιάς της η Ανθρωπότητα – Eίμαστε μαζί σου αδελφέ. Κουράγιο.
Μαγκλάρας Βασίλης 13//2/23 magklarasvas@yahoo. gr