Η Πολιτική γίνεται πράξη στην Πόλη, στην Αγορά, στην Εκκλησία του Δήμου και όχι στις αίθουσες των δικαστηρίων
του Κώστα Πεχλιβανίδη, Ιατρού, Δημοτικού Συμβούλου και υποψήφιου Δημοτικού Συμβούλου με το συνδυασμό “Στάση Σερβίων”
Στη χώρα μας που η παρουσία του κράτους είναι κυρίαρχη και η απουσία της κοινωνίας των πολιτών ορατή, έχει επικρατήσει η παραδοσιακή αντίληψη ότι πολιτική είναι “ότι αφορά το κράτος”. Η επαγγελματοποίηση της, η ανακολουθία λόγων και έργων, οι μη πραγματοποιούμενες υποσχέσεις, κάνουν τη λέξη βεβαρημένη και ταυτόσημη με την πρακτική της εξαπάτησης και του ψεύδους. Η υποβάθμιση αυτή της πολιτικής οδηγεί τους ανθρώπους μακριά από την ενασχόληση τους με τα κοινά και την ιδιώτευση. Η άσκηση της γίνεται προνόμιο των λίγων, των “ειδικών”, μετατρέπεται δηλαδή σε επάγγελμα.
Η ταύτισή της με τις κρατικές υποθέσεις και μόνο, μπορεί να εξηγήσει γιατί πολλές φορές περιγράφεται με τα μελανότερα χρώματα. Συμβαίνει γιατί είναι στενά συνδεδεμένη με τις δραστηριότητες των “επαγγελματιών πολιτικών”. Αυτή η αντίληψη στις μέρες μας έχει γίνει κοινός τόπος καθώς είναι καθημερινές οι αποκαλύψεις για ζητήματα διαφθοράς, ανεντιμότητας και παράνομου πλουτισμού. Η απαξίωση όμως της πολιτικής μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνα μονοπάτια και να γεννήσει ακραία φαινόμενα αντιδημοκρατικών εκτροπών και αυταρχικών καθεστώτων τα οποία κατά καιρούς γνώρισε ο τόπος.
Οι δημοκρατικοί πολίτες οφείλουν να αμφισβητήσουν έντονα αυτή την κυρίαρχη άποψη για την πολιτική. Η πολιτική παράγεται από τη λέξη πόλη, γεννιέται από την πόλη και σημαίνει κυριολεκτικά τη διαχείριση των ζητημάτων της πόλης.. Είναι γνωστή με αυτή τη μορφή και έτσι τη γνώρισε ο λαός μας στη μακραίωνη ιστορία του. Από τη συμμετοχή του με την ιδιότητα του πολίτη στην Αθηναϊκή Δημοκρατία, μέχρι τις κοινοτικές μορφές αυτοδιοίκησης κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Κάθε συλλογικότητα και στην προκειμένη περίπτωση οι δημοτικές παρατάξεις, οφείλουν να επαναπροσδιορίσουν την έννοια της πολιτικής και να της ξαναδώσουν το πραγματικό της περιεχόμενο. Για να επιτευχθεί όμως αυτό πρέπει να πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις, σημαντικές κατά την άποψη μας, που την τοποθετούν στο βάθρο που της αναλογεί και την κάνουν κυρίαρχη στη δημόσια ζωή.
Η Συμμετοχή είναι η πρώτη προϋπόθεση. Όχι σε επίπεδο ευχών ή επιθυμιών, αλλά σε επίπεδο πολιτικής βούλησης, με την καθιέρωση θεσμών λαϊκής συμμετοχής. Δεύτερη σημαντική προϋπόθεση είναι ο Διάλογος. Διάλογος όμως ουσιαστικός και γόνιμος και όχι παράλληλοι μονόλογοι κομματικών παρατάξεων. Τρίτη προϋπόθεση είναι η Μνήμη. Δεν είναι θεμιτό να ξεχνάμε τα πεπραγμένα, τα λάθη, τις παραλείψεις, τις ανακολουθίες, να μην αναδεικνύουμε τις πολιτικές που μας οδήγησαν σε αυτό το περιβάλλον της παρακμής. Τότε η πολιτική γίνεται προπαγάνδα. Τέταρτη προϋπόθεση είναι ο προγραμματικός λόγος, δηλαδή το Σχέδιο, οι Ιδέες, το Όραμα. Δεν μπορεί να επιβληθεί από τα πάνω, ως αποτέλεσμα κάποιας εγκεφαλικής λειτουργίας κάποιων φωτισμένων, αλλά να δημιουργηθεί από τα κάτω, μέσα από διαδικασίες αναζήτησης της ταυτότητας μας, της τοπικότητας μας, της τοπικής μας ιστορίας και του πολιτισμού μας.
Συμμετοχή, Διάλογος, Μνήμη, Προγραμματικός Λόγος, είναι λοιπόν οι κύριες συνιστώσες που θα αποκαταστήσουν την πραγματική έννοια της πολιτικής και θα δώσουν ελπίδα στον τόπο. Γίνεται πράξη στην Πόλη, στην Αγορά, στην Εκκλησία του Δήμου. Εκεί κρίνονται οι άξιοι για να αναλάβουν τη δημοτική αρχή και αναδεικνύονται οι ηγεσίες. Είναι προφανές ότι κάθε δημότης και πρώτα και κύρια αυτοί που πρωτοστατούν σ’αυτή την προσπάθεια όταν θεωρούν ότι θίγονται, μπορούν και πρέπει να υπερασπίσουν την τιμή και την υπόληψή τους στις δικαστικές αίθουσες. Όταν όμως αυτό γίνεται κατά κόρον, με κύριο σκοπό τον εκφοβισμό των πολιτών και την αποτροπή από τη συμμετοχή τους στα κοινά, τότε η πολιτική απαξιώνεται και η κοινωνία διχάζεται. Είναι ένας επικίνδυνος δρόμος που εμείς δεν πρόκειται να ακολουθήσουμε.