Κάποιοι εξ ημών (πολλοί ή λίγοι, δεν έχει σημασία ο αριθμός) αντιμετωπίζουμε με κάποια επιφυλακτικότητα ή και δυσπιστία τα ποικίλα σεμινάρια και μαθήματα δημιουργικής γραφής, τα απευθυνόμενα είτε σε ώριμες είτε σε τρυφερές ηλικίες, που ξεφυτρώνουν ως μανιτάρια. Δικαιολογημένη αυτή η στάση, θα πω, για πολλούς και διάφορους λόγους ‒ διό άλλωστε επέλεξα ως τίτλο το υπεράνω ‒ρητορικό‒ ερώτημα.
Οι δύσπιστοι, λοιπόν, οι επιφυλακτικοί, ευλόγως θα εκφράσουν την απορία τους περί του τι έχει να κομίσει το βιβλίο της Δήμητρας Καραγιάννη, 32 Μαθήματα Δημιουργικής Γραφής για παιδιά Δημοτικού, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «παρέμβαση». Ας μου επιτραπεί, όμως, πριν ευθέως απαντήσω στο ερώτημα αυτό, να αναφέρω τι η συγγραφέας τού συγκεκριμένου βιβλίου δ ε ν «φιλοδοξεί», κατά τη γνώμη μου πάντα, ούτε πολλώ μάλλον υπόσχεται:
α) Να παράσχει έτοιμες «συνταγές» από την πιστή εκτέλεση των οποίων ο μαθητής αφενός θα αριστεύσει στα του γραπτού λόγου, προς ικανοποίησιν της φιλοδοξίας ή και ματαιοδοξίας των γονέων, ο δε δάσκαλος αφετέρου θα «ναρκώσει» όλες τις αγωνίες του σχετικά με τη διδασκαλία της γραφής.
β) Να παραγάγει μικρούς (και εν δυνάμει «μεγάλους») συγγραφείς ‒χωρίς, προφανώς, να αποκλείει μια τέτοια προοπτική. Η γραφή αντιμετωπίζεται από την Δήμητρα Καραγιάννη ως δεξιότητα που σχετίζεται άμεσα με την αντιληπτική ικανότητα του παιδιού στην πρόσληψη του λόγου (προφορικού και γραπτού) και την ικανότητά του στη συνέχεια να την χρησιμοποιεί ως μέσο έκφρασης αλλά και επικοινωνίας με του άλλους. Και ως «δημιουργική» δηλαδή η γραφή, εδώ, δεν ταυτίζεται με την συγγραφή, αλλά ανοίγει δρόμους για τη διεύρυνση, τον εμπλουτισμό σκέψης και συναισθήματος, και την λόγω ‒ευτύχημα εάν ηδυσμένω αλλά όχι αυτοσκοπός‒ πιστή, με ακρίβεια αποτύπωσή τους. Πρόκειται για μια δεξιότητα, άρα, η οποία, εάν καλλιεργηθεί, συμβάλλει πολλαπλώς στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, και στην ολοκλήρωσή της εν συνεχεία.
Η ίδια η συγγραφέας στην εισαγωγή του βιβλίου, μέρος της οποίας παρατίθεται και στο οπισθόφυλλο, θα περιγράψει εν συντομία το τι και το πώς του όλου εγχειρήματος. Μεταφέροντας ένα απόσπασμα, επιβεβαιώνω τα γραφόμενα: «Μέσω των μαθημάτων Δημιουργικής γραφής που παρουσιάζονται στο βιβλίο, τα παιδιά μαθαίνουν να γράφουν σωστά μέσα από μια ευχάριστη διαδικασία, καλλιεργούν τη σωστή χρήση γλώσσας και έκφρασης, έρχονται σε επαφή με σπουδαία κείμενα της ελληνικής λογοτεχνίας, με μεγάλους Έλληνες & ξένους λογοτέχνες, ενεργοποιούν τις γνώσεις τους στη γραμματική και το συντακτικό, μαθαίνουν να χτίζουν τον λόγο και την έκφρασή τους, συνδυάζοντας τη λογοτεχνία με άλλες μορφές τέχνης».
Και εξηγώ: η διαδικασία είναι ευχάριστη, αφού α) τόσο το βιβλίο όσο και οι προβολές (power point) που συνοδεύουν τα 15 από τα 32 μαθήματα είναι εικονογραφημένα/σχεδιασμένα εξαιρετικά από την Βασιλική Τσιάρτα, έτσι που να κινούν το ενδιαφέρον και να ενεργοποιούν τη φαντασία και την καλαισθησία τών δεκτών β) Όλο το υλικό (και όχι μόνον τα λογοτεχνικά κείμενα) με το οποίο έρχονται σε επαφή τα παιδιά έχει επιλεγεί με μεγάλη προσοχή έτσι ώστε να είναι ελκυστικό, προσιτό, αλλά και αντικειμενικά υψηλής ποιότητος. Στην περίπτωση των παρεχομένων πληροφοριών, διασφαλίζεται τόσο η εγκυρότητα όσο και η λελογισμένη ποσότητα, έτσι ώστε κανένα περιθώριο να μην αφήνεται σε πλήξη, ανία, υπερφόρτωση, που ‒ως γνωστόν‒ επιφέρουν τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. γ) Η διάταξη δεδομένων και ζητουμένων σε κάθε σελίδα διασφαλίζει την ισορροπία ενώ τα κενά που προσφέρονται προς συμπλήρωση στους μαθητές (ασχέτως του είδους τών ασκήσεων) αφενός τους ενεργοποιούν και τους εμπλέκουν περισσότερο στην όλη διαδικασία, αφετέρου τους παρέχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν και να χαίρονται την εξέλιξή τους στη γραφή, αφού το βιβλίο λειτουργεί και ως τετράδιο. δ) Οι ζητούμενες από τον μαθητή δραστηριότητες παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, καλούν δηλαδή τον μαθητή να ανταποκριθεί σε κάτι (διαρκώς) νέο.
Τα παιδιά «μαθαίνουν να γράφουν σωστά», ωστόσο, θα προσθέσω, τα παιδιά προηγουμένως ασκούνται στο να διαβάζουν σωστά, να παρατηρούν με προσοχή, να οργανώνουν τη σκέψη τους. Αν λάβουμε υπόψη ότι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει το εκπαιδευτικό μας σύστημα, γενικότερα η παιδεία, είναι οι δυσκολίες μικρών αλλά και μεγαλύτερων στην κατανόηση και αποκωδικοποίηση ενός κειμένου, εκτιμώ πως είναι πολύ σημαντική υπόθεση η από μικρή ηλικία άσκηση στην ορθή ανάγνωση και κατανόηση του γραπτού λόγου. Το συγκεκριμένο βιβλίο θέτοντας στοχευμένα ερωτήματα και ζητούμενα κατευθύνει εμμέσως πλην σαφώς σε ό,τι θα πρέπει κατά περίπτωση να προσεχθεί. Το ίδιο συμβαίνει και με την διαδικασία οργάνωσης της σκέψης πριν την εκάστοτε γραπτή απάντηση. Όπου δηλαδή το ζητούμενο έχει εύρος, δίδονται συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Καλούμενος για παράδειγμα ο μαθητής να περιγράψει τον/την καλύτερο/η φίλο/η (σελ. 49) καθοδηγείται να λάβει υπόψη συγκεκριμένες παραμέτρους/στοιχεία για την ανάπτυξη της κάθε παραγράφου. Όταν, επίσης, του ζητείται να εκθέσει την άποψή του για κάτι, καλείται να την αιτιολογήσει.
Η ορθή χρήση του γραπτού λόγου σχετίζεται σε ένα βαθμό με την κατανόηση της λειτουργίας της γλώσσας, την εξοικείωση με έννοιες της γραμματικής και του συντακτικού, την ικανότητα όχι μόνον αναγνώρισης αλλά και ανάσυρσης του κατάλληλου για την κάθε περίπτωση τύπου. Δύο ενδεικτικά παραδείγματα του πώς το συγκεκριμένο βιβλίο συμβάλλει σ’ αυτό. Στη 2η άσκηση του 1ου μαθήματος τα παιδιά καλούνται α) να δώσουν την δική τους εκδοχή για τη σημασία των λέξεων «φιλάρεσκο» και «αλαζονικό» τις οποίες συνάντησαν προηγουμένως στην ιστορία του Μικρού Πρίγκιπα να αποδίδονται στο τριαντάφυλλο β) να αναγνωρίσουν τι μέρος του λόγου είναι οι λέξεις γ) να φτιάξουν από μια δική τους πρόταση για την κάθε λέξη. Στην 5η, επίσης άσκηση του 13ου μαθήματος με θέμα την ευτυχία, ζητούνται λέξεις από την ίδια οικογένεια με τη λέξη «ευτυχία» καθώς και το μέρος του λόγου στο οποίο κάθε μία εντάσσεται. Ας σημειωθεί ότι έχουν προηγουμένως κληθεί να γράψουν τι σημαίνει για τα ίδια η ευτυχία, ενώ στη συνέχεια τους δίδεται κενό πεδίο για να την ζωγραφίσουν. Συνυπάρχουν δηλαδή αρμονικά η γνώση με την ελεύθερη έκφραση.
Η θεματολογία πάνω στην οποία οικοδομούνται τα 32 μαθήματα Δημιουργικής Γραφής καλύπτει ένα ευρύ φάσμα, παρότι δίδεται σαφώς προβάδισμα σε θέματα που άπτονται της λογοτεχνίας και των τεχνών, γενικότερα· αυτό όμως είναι απολύτως λογικό, αφού αυτά (λογοτεχνία/τέχνες) αποτελούν το ισχυρότερο κίνητρο για την επιθυμία να γράφουμε σωστά, ενώ μέσω αυτών έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε δείγματα/υποδείγματα σπουδαίας γραφής. Η συγγραφέας έχει πάντως επικεντρωθεί σε επιμέρους θέματα, που συμβαδίζουν με την ηλικία των παιδιών: Ο Μικρός Πρίγκιπας, ο Δον Κιχώτης, ο Οδυσσέας, για παράδειγμα, που επιλέγονται, αγγίζουν την παιδική ψυχή και φαντασία, ενώ το Χαϊκού, το Λίμερικ, το ημερολόγιο, η επιστολή, αντίστοιχα, είναι είδη στα οποία οι μικροί μαθητές μπορούν να ξεδιπλώσουν τη δημιουργικότητά τους.
Ας σημειωθεί, τέλος, κάτι ιδιαίτερα για την εποχή μας σημαντικό: μέσα από τα 32 μαθήματα Δημιουργικής Γραφής, ο μαθητής καλείται να ανακαλύψει συναισθήματα, να τα ονομάσει, να τα εκφράσει. Όχι μόνον τα δικά του, αλλά κι εκείνα των ηρώων που ζωντανεύουν στις σελίδες του βιβλίου. Κι αυτός είναι ένας πολύ ωραίος τρόπος να μπει στη θέση τού άλλου. Να τον κατανοήσει, να τον συναισθανθεί. Να επικοινωνήσει λόγω και έργω μαζί του. Μια πνοή αισιοδοξίας, μας μεταγγίζει τούτο το βιβλίο, που την έχουμε όλοι ανάγκη. Κι ευχαριστούμε την Δήμητρα Β. Καραγιάννη για αυτήν τη μετάγγιση.