Την Πέμπτη 13/03/2025, πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ του Προέδρου του ΤΕΕ/ΤΔΜ Νικόλαου Συλλίρη, του Προέδρου και Γεν. Γραμματέα του σωματείου ΔΕΗ «ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ» Ιωάννη Φασίδη και Αθανάσιου Μάστορα αντίστοιχα, του μέλους της Κεντρικής Αντιπροσωπείας του ΤΕΕ της Επιστημονικής Επιτροπής των Μεταλλειολόγων Στέργιου Μποζίνη, και του στελέχους του ΤΕΕ/ΤΔΜ Χαρίσιου Νεβεσκιώτη, με βασικό αντικείμενο συζήτησης την αδήριτη αναγκαιότητα παράτασης της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στη Δυτική Μακεδονία.
Στη διάρκεια της συνάντησης, οι συμμετέχοντες ανέλυσαν τους κινδύνους που απορρέουν από την βεβιασμένη απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλής ζήτησης και κρίσεων στην αγορά ενέργειας. Επισημάνθηκε πως η ομαλή ενεργειακή μετάβαση απαιτεί τη διατήρηση ενός αξιόπιστου ενεργειακού μείγματος, όπου ο λιγνίτης μπορεί να διαδραματίσει ρόλο ρυθμιστικής ασφάλειας, έως ότου εξασφαλιστούν εναλλακτικές, επαρκείς και σταθερές πηγές ενέργειας.
Οι συμμετέχοντες επισήμαναν ότι η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων, χωρίς την εξασφάλιση επαρκών εναλλακτικών, έχει ήδη επιφέρει σοβαρές συνέπειες στην ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, με αυξημένους κινδύνους για ελλείψεις ιδιαίτερα στις περιόδους υψηλής ζήτησης. Το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων έχει σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες, περιορίζει τις δυνατότητες ευστάθειας του συστήματος και καθιστά τη χώρα πιο ευάλωτη.
Μέσα από επιστημονική προσέγγιση και ανάλυση δεδομένων, οι εκπρόσωποι του ΤΕΕ και του Σωματείου «Σπάρτακος» κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι είναι επιτακτική η ανάγκη παράτασης της λειτουργίας πέραν του 2028 των πέντε σύγχρονων λιγνιτικών ΑΗΣ (ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου 3, 4 και 5, Μελίτης και νέας υπερσύγχρονης μονάδας Πτολεμαΐδα 5), σύμφωνα με το παράδειγμα της Γερμανίας (2038), Πολωνίας (2040), Τσεχίας (2050) κ.α., με σύγχρονη ουσιαστική στήριξη του εγχώριου λιγνίτη, από κοινού με τις χώρες της Ε.Ε.
Από τη συνάντηση προέκυψε η ανάγκη για έναν πιο ρεαλιστικό ενεργειακό σχεδιασμό, ο οποίος θα διασφαλίζει τόσο την ενεργειακή επάρκεια όσο και την κοινωνική συνοχή της περιοχής. Η διατήρηση των λιγνιτικών μονάδων με εγχώριο καύσιμο, εγγυάται την ευστάθεια, οικονομικότητα και την ασφάλεια της ηλεκτρικής τροφοδοσίας της χώρας. Ταυτόχρονα, θα διευκολύνει και την ομαλή μετάβαση της περιοχής στη μετά λιγνίτη εποχή.
Η βίαιη και πρόωρη απολιγνιτοποίηση πέραν του ότι καθιστά τη χώρα πιο ευάλωτη σε εξωτερικούς ενεργειακούς παράγοντες, έχει ήδη δυσμενέστατες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις στη Δ. Μακεδονία (αποβιομηχάνιση, φυγή των νέων και γενική πληθυσμιακή συρρίκνωση, υψηλή ανεργία, επενδύσεις που δεν έρχονται), σε μια ηπειρωτική περιφέρεια με ανεπαρκείς υποδομές (ημιτελείς οδικοί άξονες, υποτυπώδες αεροδρόμιο Κοζάνης, ανύπαρκτο σιδηροδρομικό δίκτυο κλπ.). Αξίζει να αναφερθεί ότι σήμερα στις μονάδες της ΔΕΗ στη Δ. Μακεδονία εργάζονται περισσότεροι από 1800 τακτικοί υπάλληλοι, καθώς και περίπου 1.200 εργαζόμενοι με οκτάμηνες συμβάσεις ή μέσω εργολαβιών, συνολικά δηλαδή 3.000 θέσεις εργασίας, χωρίς να υπολογίζονται οι πολλαπλάσιες δορυφορικές. Είναι ανεπίτρεπτο αυτές οι θέσεις εργασίας να χαθούν.
Η δεινή οικονομική θέση της χώρας, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες για το ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, συνηγορούν στην επιλογή της στήριξης στους εγχώριους ενεργειακούς πόρους με σύγχρονους όρους αξιοποίησής των.
Ο Πρόεδρος του ΤΕΕ/ΤΔΜ
Νίκος Συλλίρης