Εν μέσω κλιματικής κρίσης και αθρόων εισαγωγών, όπως π.χ. ντομάτας από Τουρκία, Πολωνία, Ολλανδία και Βέλγιο, μιας και η παραγωγή είναι ελλειμματική για να ικανοποιήσει τη διαχρονικά μεγαλύτερη ζήτηση, η Ελλάδα μοιάζει «φτωχός συγγενής» στις θερμοκηπιακές καλλιέργειες.
Αν και η χώρα μας διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα για σημαντική αύξηση των θερμοκηπιακών μονάδων αλλά και των σχετικών αποδόσεων, οι εκτάσεις παραγωγής προϊόντων υπό κάλυψη παραμένουν «κολλημένες» γύρω στα 55-60 χιλιάδες στρέμματα, την ώρα που η Τουρκία διαθέτει περί τις 800 χιλιάδες στρέμματα θερμοκηπίων, τα οποία μάλιστα στην πλειονότητά τους είναι υψηλής τεχνολογίας, δηλαδή η διαχείριση του κλίματος και της λίπανσης των φυτών γίνεται κεντρικά μέσω προηγμένων τεχνολογικών συστημάτων.
Υπό αυτό το πρίσμα οι δύο από τις τέσσερεις παρεμβάσεις σχετικά με τον αγροτικό τομέα που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της 88ης ΔΕΘ αφορούσαν τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες, με την κυβέρνηση να δρομολογεί το επόμενο διάστημα ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα στα 600 εκατ. ευρώ για την μαζική επέκταση των θερμοκηπίων στη χώρα, ενώ παράλληλα ετοιμάζεται να τρέξει ένα σχέδιο ανταλλαγής και αντιπαροχής αδρανών δημόσιων γαιών με επενδυτές που θα αναλάβουν να κατασκευάσουν και καλλιεργήσουν θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας.
Ας σημειωθεί ότι με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, από τα 52.000 στρέμματα (397.000 τόνοι, 7,6 τόνοι ανά στρέμμα) του 2013, οι θερμοκηπιακές εκτάσεις το 2021 καταλάμβαναν λίγο περισσότερα από 55.000 στρέμματα με παραγωγή 496.000 τόνους ή 9 τόνους/στρέμμα.
Σε αυτές τις εκτάσεις δεν συμπεριλαμβάνονται οι ελαφριές κατασκευές τύπου προσπελάσιμων τολ, οι οποίες δεν θεωρούνται θερμοκήπια και οι οποίες στην ίδια περίοδο έχουν γνωρίσει μια εκρηκτική άνοδο (βλέπε καλλιέργεια φράουλας, που από τα περίπου 2.000 στρέμματα του 2013 φτάσαμε σχεδόν στα 20.000 στρέμματα το 2021).
Η συνέχεια εδώ: